Ο τρόπος για να κατανοήσουμε κάθε συμπεριφορά των παιδιών μας

Οι συμπεριφορές των παιδιών μας είναι εξωτερικά σήματα του εσωτερικού τους κόσμου, ενδείξεις για το βυθισμένο αυτό μέρος του παγόβουνου.

Θα έπρεπε να αξιολογούμε τις συμπεριφορές για ό,τι μας λένε σχετικά με το σώμα και τον νου του παιδιού. Αντί να τις εξαλείφουμε, θα έπρεπε να προσπαθούμε να τις κατανοήσουμε, εξαιτίας των πληροφοριών που μας δίνουν σχετικά με το πώς βιώνει τον κόσμο το παιδί μας.

Άσχετα πόσο προσπαθείτε να μιλήσετε λογικά, να ανταμείψετε ή να προσφέρετε κίνητρα, δεν μπορείτε να αναγκάσετε ένα παιδί, ούτε να το διδάξετε να ελέγξει κάτι που στην πραγματικότητα δεν μπορεί. Τι θα κάνετε; Αντί να προσπαθείτε να διορθώσετε ή να εξαλείψετε μια δυσάρεστη συμπεριφορά, προσπαθήστε να κατανοήσετε τις πληροφορίες που δίνει για τα εσωτερικά βιώματα του παιδιού σας.

Συγκεκριμένα, οι συμπεριφορές προσφέρουν στοιχεία για την κατάσταση του αυτόνομου νευρικού συστήματος ενός παιδιού, που είναι το μοναδικό αμφίδρομο σύστημα επικοινωνίας ανάμεσα στο σώμα και στον νου. Η σύνδεση νου-σώματος, το νευρικό μας σύστημα, λειτουργεί ως νευρωνική πλατφόρμα που επηρεάζει τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Το σώμα και το μυαλό του παιδιού συνδέονται σε μια διαρκή λούπα ανατροφοδότησης μέσα από το σύστημα αυτό. Οπότε είναι λάθος να σκεφτόμαστε τη σκέψη ή τις συναισθηματικές εκφράσεις του παιδιού ξεχωριστά από την κατάσταση του σώματός του, γιατί αυτή επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο νιώθουμε, φερόμαστε και σκεφτόμαστε. Θα αναφερόμαστε στο πολύπλοκο και εξαιρετικό αυτό σύστημα ως πλατφόρμα.

Επειδή δεν είμαστε ποτέ μόνο ένα σώμα ή ένα μυαλό – είμαστε πάντα και τα δύο. Καθένας μας αντιδρά στον κόσμο από τη μια στιγμή στην άλλη πάνω σε ένα συνεχές που κυμαίνεται από τη δεκτικότητα μέχρι την αμυντικότητα. Όταν βιώνουμε μια δυσκολία σαν φόβο ή σαν απειλή, υιοθετούμε αμυντική στάση. Όταν αισθανόμαστε ασφαλείς, υιοθετούμε δεκτική στάση.

Στην εκτεταμένη δουλειά μου με παιδιά, έχω παρατηρήσει ότι αυτό που επηρεάζει το επίπεδο δεκτικότητας ενός παιδιού είναι η κατάσταση του αυτόνομου νευρικού συστήματος, η πλατφόρμα του. Μια ανθεκτική πλατφόρμα υποστηρίζει τις βέλτιστες συμπεριφορές και δυναμώνει την ικανότητα του παιδιού να είναι ευέλικτο, να σκέφτεται και να παίρνει αποφάσεις.

Μια ευάλωτη πλατφόρμα, από την άλλη μεριά, αυξάνει τη νευρικότητα, τον φόβο και την αμυντικότητα του παιδιού. Όταν η πλατφόρμα ενός παιδιού είναι ευάλωτη, συναντάμε τις συμπεριφορές που μπερδεύουν και δυσκολεύουν τους γονείς: το παιδί αρνείται να φορέσει κάλτσες ή να φάει πράσινες τροφές, χτυπάει το αδελφάκι του, πετάει το τηλεχειριστήριο όταν είναι η ώρα να σβήσει την τηλεόραση. Οι συμπεριφορές αυτές δείχνουν να καθρεφτίζουν ένα παιδί αντιδραστικό, μη συνεργάσιμο και αγενές. Στο αντίθετο άκρο είναι εκείνες οι στιγμές που τα παιδιά μας αποσύρονται και αποσυνδέονται, δείχνοντας ότι μας αγνοούν. Οι συμπεριφορές, όμως, που μοιάζουν να είναι αμυντικές μπορούν στην πραγματικότητα να είναι προστατευτικές.

Ένα άλλο παράδειγμα ευαλωτότητας σε ένα παιδί είναι η υπερβολική εγρήγορση, η οποία μπορεί να εκδηλώνεται ως συμμόρφωση, ένα πιθανό σημάδι ότι το παιδί θέλει υπερβολικά να ευχαριστήσει τους άλλους. Ενώ η συμπεριφορά αυτή συχνά ανταμείβεται, μπορεί να αντιπροσωπεύει μια ευάλωτη πλατφόρμα. Τα παιδιά με ευάλωτες πλατφόρμες τείνουν να είναι στην τσίτα, νευρικά, δυσάρεστα, καθώς και να φωνάζουν, να κλαίνε, να παθαίνουν κρίσεις οργής, να το βάζουν στα πόδια, να χτυπάνε τους άλλους ή ακόμα και να κατεβάζουν ρολά.

Εμείς οι άνθρωποι δεν καταφέρνουμε πάντα να ελέγχουμε τη συμπεριφορά μας – τα παιδιά δεν επιλέγουν απαραίτητα τις συμπεριφορές αυτές. Αντίθετα, πολλές αντιδράσεις και συμπεριφορές προστατεύουν το παιδί από μια βαθιά και ασυνείδητη αίσθηση ανησυχίας ή απειλής.

Ακούστε μια ενδιαφέρουσα ιδέα: μπορούμε να καταλάβουμε το επίπεδο της ανθεκτικότητας ή της ευαλωτότητας ενός παιδιού ιχνηλατώντας αυτό που ονομάζεται αλλόσταση– η διαδικασία με την οποία διατηρούμε τη σταθερότητα στο σώμα μας. Αλλά δεν χρειάζεται να θυμάστε αυτόν τον επιστημονικό όρο!

Η νευροεπιστήμονας και ερευνήτρια Λίζα Φέλντμαν Μπάρετ προτείνει έναν άλλο όρο για τη διαρκή αυτή εξισορρόπηση ενέργειας και πόρων: προϋπολογισμός του σώματος. Ακριβώς όπως ένας οικονομικός προϋπολογισμός παρακολουθεί τις κινήσεις των χρημάτων, τα σώματα παρακολουθούν «τους πόρους, όπως το νερό, το αλάτι και τη γλυκόζη, καθώς τα κερδίζετε και τα χάνετε». Παρότι δεν έχουμε πάντα επίγνωση του μεταβολικού προϋπολογισμού του σώματός μας, όλα όσα βιώνουμε, συμπεριλαμβανομένων των συναισθημάτων και των πράξεών μας, γίνονται καταθέσεις ή αναλήψεις στον προϋπολογισμό του σώματός μας. Μια αγκαλιά, ένας καλός ύπνος, το παιχνίδι με φίλους και ένα υγιεινό γεύμα: όλα αυτά είναι καταθέσεις. Μετά υπάρχουν αναλήψεις: πράγματα όπως να ξεχνάτε να φάτε ή να πιείτε αρκετά υγρά, να σας λείπει ο βαθύς ύπνος ή να νιώθετε απομονωμένοι ή ότι σας αγνοούν.

Οι γονείς βρίσκονται διαρκώς μπροστά σε διλήμματα. Όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει ένα συγκεκριμένο πρόβλημα, θα έπρεπε να το ενθαρρύνουμε να το διαχειριστεί μόνο του ή μήπως είναι καλύτερη ιδέα να κάνουμε μια κατάθεση στον προϋπολογισμό του με τις υποστηρικτικές και γεμάτες αγάπη γονικές αλληλεπιδράσεις μας;

Η πλατφόρμα του παιδιού αντικατοπτρίζει τον προϋπολογισμό του σώματός του και μας βοηθάει να πάρουμε αυτές τις αποφάσεις.

Οι καλύτερες αποφάσεις μας ως γονείς δεν εστιάζουν απλώς στις συμπεριφορές ή στις σκέψεις του παιδιού μας, αλλά μάλλον στο σώμα του και στον μοναδικό τρόπο που κάθε παιδί διαρκώς επεξεργάζεται, ερμηνεύει και βιώνει τον κόσμο του.

Αυτός είναι ο λόγος που η στρατηγική μας ως γονείς δεν θα έπρεπε να αρχίζει με την προσπάθεια να εξαλείψουμε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Αντίθετα, θα έπρεπε να δουλέψουμε για να ενισχύσουμε την πλατφόρμα του παιδιού (και τη δική μας). Ας αρχίσουμε με τα σημαντικά αυτά ερωτήματα σχετικά με το πώς μπορούμε να εξατομικεύσουμε την προσέγγισή μας ανά πάσα στιγμή: Τι δείχνει η συμπεριφορά του ότι χρειάζεται από μένα το παιδί μου αυτή τη στιγμή; Η κόρη μου θέλει να μιλήσει μαζί μου; Ο γιος μου χρειάζεται μια αγκαλιά ή έναν ώμο για να κλάψει; Μήπως να βάλω όρια και να του θυμίσω τις συνέπειες; Ή μήπως έχει ανάγκη κάτι πιο βασικό για να ενισχυθεί η πλατφόρμα του; Μήπως χρειάζεται μια προσέγγιση «από πάνω προς τα κάτω» –να σκεφτούμε λογικά με το παιδί– ή μια προσέγγιση «από κάτω προς τα πάνω», η οποία συνεπάγεται να ενισχυθεί πρώτα η πλατφόρμα; Ή ίσως κάτι ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις;

Κάθε παιδί και κάθε κατάσταση είναι μοναδικά. Τα περισσότερα προγράμματα για την ανατροφή των παιδιών δεν θέτουν τα ερωτήματα αυτά, τα οποία είναι ουσιώδη. Για να αξιοποιήσει ένα παιδί την πληροφορία που θέλουμε να του μεταδώσουμε, πρέπει να έχει μια γερή πλατφόρμα. Δεν χτίζουμε γερές πλατφόρμες δίνοντας κίνητρα, αγνοώντας ορισμένες συμπεριφορές, τιμωρώντας, ντροπιάζοντας ή κάνοντας κήρυγμα σε ένα παιδί. Το κάνουμε με το να είμαστε αληθινά παρόντες και να καλλιεργούμε την εμπιστοσύνη που πηγάζει από τη γεμάτη αγάπη και σταθερότητα παρουσία μας, εξατομικευμένη και προσαρμοσμένη στις προσωπικές ανάγκες του παιδιού μας, ενώ έχουμε υπόψη μας ότι η δουλειά μας ως γονείς είναι να βοηθήσουμε το παιδί μας να γίνεται όλο και πιο ευέλικτο και ψυχικά ανθεκτικό. Με την παρουσία μας για στήριγμα, μπορούμε να το βοηθήσουμε να αντέξει τις νέες εμπειρίες καθώς θα αποκτά όλο και περισσότερη αυτάρκεια.

Οι συμπεριφορές προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για την κατάσταση της πλατφόρμας του παιδιού και τι χρειάζεται αυτό από εμάς. Όταν αλλάξουμε τρόπο σκέψης, βλέπουμε ότι κάναμε λάθος όταν εστιάζαμε στην εξάλειψη μιας συμπεριφοράς, αντί να αναρωτιόμαστε τι μπορεί να αποκαλύψει για την πλατφόρμα του παιδιού. Αντί να πούμε σε ένα παιδί που γκρινιάζει να σταματήσει, μπορούμε να σκεφτούμε ότι η γκρίνια είναι σημάδι ότι χρειάζεται επιπλέον επιβεβαίωση για να ηρεμήσει. Όταν πούμε σε ένα παιδί να καθίσει ήσυχα στο τραπέζι την ώρα του φαγητού, δεν έχει νόημα από τη στιγμή που εκείνο αισθάνεται την ανάγκη να κουνηθεί για να διαχειριστεί το στρες του. Αν το παιδί φοβάται κάτι που μοιάζει να μην είναι απειλητικό, όπως να πάει στην προπόνηση της ομάδας ποδοσφαίρου ή να παίξει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι, δεν είναι χρήσιμο απλώς να πει κανείς «Δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι». Πρέπει να ακούσουμε τι μας αποκαλύπτει αυτός ο φόβος.

Η συμπεριφορά προσφέρει πληροφορίες σχετικά με αυτό που συμβαίνει στο παιδί, οπότε αυτή είναι μια σημαντική στιγμή για να κοντοσταθεί κανείς και να σκεφτεί τι γίνεται σε βαθύτερο επίπεδο. Από τη στιγμή που θα καταλάβουμε πώς το σώμα και το μυαλό του παιδιού μας διαχειρίζονται τις μικρές και μεγάλες δυσκολίες της ζωής, μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να χρησιμοποιήσουν τις καινούριες εμπειρίες για να αναπτυχθούν και να μη λυγίσουν κάτω από το βάρος τους.

*Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Μεγαλώστε το παιδί σας με το μυαλό και την καρδιά.

Ένα βιβλίο που δείχνει μια νέα προσέγγιση στην ανατροφή των παιδιών με βάση την κλινική εμπειρία της συγγραφέως και τις πιο πρόσφατες έρευνες στη νευροεπιστήμη και στην παιδοψυχολογία. Αντί για μια προσέγγιση της συμπεριφοράς που εστιάζει στον εγκέφαλο, προτείνει μια προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τον ρόλο ολόκληρου του νευρικού συστήματος, το οποίο δημιουργεί τα συναισθήματα και οδηγεί τη συμπεριφορά των παιδιών

Διαβάστε επίσης:

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *