Μια ιστορία για τη συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών

Γράφει η συγγραφέας και ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Φρόσω Φωτεινάκη

Ενσυναίσθηση. Κι όμως, είναι κάτι περισσότερο από μια ζεστή αίσθηση, από ένα γλυκό συναίσθημα που νιώθουμε μέσα στο σώμα μας. Η ενσυναίσθηση στον σημερινό κόσμο μοιάζει με μια πραγματική υπερδύναμη, είναι η ικανότητα που σχηματίζει συμπονετικά παιδιά και συναισθηματικά ευφυείς ενήλικες, είναι μια κομβική διαδικασία για τον σχηματισμό υγιών σχέσεων, οικογενειών, κοινωνικών συστημάτων. Ας δούμε όμως μαζί πώς αποφάσισα να γράψω ένα παιδικό βιβλίο με θέμα την ενσυναίσθηση και πώς οι ενήλικες μπορούμε να μεγαλώνουμε ενσυναισθητικά παιδιά.

Ας ξεκαθαρίσουμε, αρχικά, πως ενσυναίσθηση δεν είναι μονάχα η κατανόηση των συναισθημάτων του άλλου. Ενσυναίσθηση σημαίνει πως νιώθω μαζί με τον άλλο, μοιραζόμαστε ένα συναίσθημα, και έτσι ξεπερνάμε τα στενά όρια του εαυτού μας. Ο Daniel Goleman, συγγραφέας του βιβλίου Emotional Intelligence, δίνει τον ορισμό της ενσυναίσθησης: «Η ικανότητα να καταλαβαίνουμε τα αισθήματα των άλλων, να είμαστε σε θέση να δούμε τα πράγματα από τη δική τους οπτική γωνία και να δείξουμε ειλικρινές ενδιαφέρον για τα προβλήματά τους».

Μάλιστα, όπως σημειώνουν και οι Γιάλαμας και Γρηγορόπουλος σε μελέτη του 2020, η ενσυναίσθηση δεν είναι μια αυτόνομη ικανότητα αλλά η ραχοκοκαλιά πολλών άλλων δεξιοτήτων. Είναι η ρίζα της αποτελεσματικής επικοινωνίας, της ενεργητικής ακρόασης, της επίλυσης συγκρούσεων, και της ομαδικής συνεργασίας. Όταν ένα παιδί μαθαίνει να συναισθάνεται, κατανοεί καλύτερα τις ανάγκες των άλλων και του ίδιου του εαυτού του, επιλύει τις συγκρούσεις ειρηνικά και συνεργάζεται αρμονικά· πρόκειται, δηλαδή, για δεξιότητες που είναι πραγματικά ανεκτίμητες στην προσωπική και επαγγελματική ζωή. Η ενσυναίσθηση αποτελεί το θεμέλιο των υγιών, νοηματοδοτημένων διαπροσωπικών σχέσεων, της αποτελεσματικής επικοινωνίας, και φυσικά της ηγετικής ικανότητας. Ακόμα, έρευνες δείχνουν πως τα σχολεία που επενδύουν στην ενίσχυση της ενσυναίσθησης των μαθητών, μέσω του στοιχείου της πολυπολιτισμικότητας, συνδέονται με υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις και αυξημένα επίπεδα ευτυχίας των παιδιών (Chang and Al., 2011).

Η ενσυναίσθηση είναι η ισχυρή ικανότητα που επιδρά κατασταλτικά σε κάθε βίαιη και σκληρή συμπεριφορά, μυώντας μας στον σεβασμό του εαυτού μας και των άλλων. Μας επιτρέπει να επικοινωνούμε και να ζούμε σε αυτό τον πολύπλοκο, διαφορετικό και απαιτητικό κόσμο με ασφάλεια.

Σύμφωνα με τον Daniel Goleman, η ενσυναίσθηση απαρτίζει μαζί με άλλες τέσσερις «διαστάσεις» (την αυτεπίγνωση, την αυτορρύθμιση, την παρακίνηση και τις κοινωνικές δεξιότητες) τον ορισμό της συναισθηματικής ευφυΐας, της ικανότητάς μας για αναγνώριση και κατανόηση τόσο των δικών μας συναισθημάτων όσο και των συναισθημάτων των άλλων, αλλά και της ικανότητάς μας για διαχείριση με σεβασμό και ειλικρίνεια των διαπροσωπικών σχέσεών μας. Η συναισθηματική ευφυΐα γενικά και η ενσυναίσθηση ειδικότερα αποτελούν θεμέλιους λίθους για την ικανοποίηση του ανθρώπου σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο, αφού μέσω αυτών καλλιεργείται η αυτοεκτίμηση, η οικοδόμηση υγιών σχέσεων, η θέσπιση ορίων και οι προσδοκίες από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μας – προσδοκίες για σεβασμό, συμπαράσταση, ουσιαστικό ενδιαφέρον.

Η ενσυναίσθηση, όπως κάθε ικανότητα, καλλιεργείται μέσα από τη μάθηση, μέσα από την παρατήρηση, μέσα από όσα ένα παιδί βιώνει στη «φωλιά» του, στην τάξη του σχολείου του, στο σπίτι των παππούδων, σε κάθε μέρος που υπάρχει και λειτουργεί. Πώς λοιπόν θα διδάξουμε στα παιδιά μας την ενσυναίσθηση; Μα μιλώντας για τα συναισθήματά μας, δείχνοντας ενδιαφέρον για τα συναισθήματα των άλλων, προσπαθώντας να κατανοήσουμε τη δική τους σκοπιά και να βρούμε μια κοινή λύση στις διαφορές μας, μια λύση που θα μας προκαλεί ζεστασιά και ανακούφιση.

Η ενσυναίσθηση διδάσκεται από τον γονιό που φροντίζει τον άλλο γονιό, από τη δασκάλα που αφουγκράζεται τη δυσκολία του παιδιού, από τον ενήλικα που κατανοεί και αποδέχεται, από κάθε χώρο που ανοίγει για τα συναισθήματά μας χωρίς ετικέτες, κριτική, ταμπέλες, νουθεσίες. Η ενσυναίσθηση μας βγάζει από το Εγώ και μας τοποθετεί στο Εμείς, ανοίγοντας μια αγκαλιά που ζεσταίνει και τους δυο μας.

Συχνά στο γραφείο γονείς, εκπαιδευτικοί και φροντιστές με ρωτούν από ποια ηλικία έχουν τα παιδιά την ικανότητα να συναισθανθούν, να αναγνωρίσουν και να μοιραστούν το συναίσθημα κάποιου άλλου. Ας ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στη βιβλιογραφία για αυτό.

Από τη βρεφική ηλικία και μετά, πολλά μωρά κλαίνε όταν ακούν ένα άλλο μωρό να κλαίει· τότε, μιλάμε για ένα «ιογενές κλάμα» το οποίο φαίνεται να είναι μεταδοτικό. Σε αυτό το πρώτο στάδιο ανάπτυξης της ενσυναίσθησης, σύμφωνα με τον M.L. Hoffman, παρατηρούμε τη συναισθηματική μετάδοση, χωρίς να είναι ξεκάθαρο κατά πόσο μπορεί να διακρίνει το βρέφος ότι τα συναισθήματα ανήκουν σε ένα άλλο άτομο. Τα παιδιά μεταξύ ενός και δύο ετών ξεκινούν να δείχνουν σημάδια ανησυχίας για τους άλλους, ιδιαίτερα για αυτούς που τα φροντίζουν, και την ίδια χρονική περίοδο αρχίζουν να ξεχωρίζουν τους άλλους από τον εαυτό τους. Μέχρι τους δεκαέξι μήνες, τα παιδιά συχνά παρηγορούν τους άλλους με στοιχειώδεις τρόπους, όπως η προσφορά αγκαλιάς και εκεί, στα δύο χρόνια, ξεκινάει το δεύτερο στάδιο ανάπτυξης της ενσυναίσθησης, κατά το οποίο το παιδί μπορεί να διαφοροποιήσει τον εαυτό του από τους άλλους, ενώ όμως εκφράζει ακόμη μια εγωκεντρική ενσυναίσθηση.

Καθώς μεγαλώνουν, τα παιδιά κατανοούν καλύτερα τα συναισθήματα. Πολλά παιδιά του νηπιαγωγείου μπορούν να συμμερίζονται τα συναισθήματα ενός φανταστικού ήρωα. Από το τρίτο έτος της ηλικίας το παιδί διανύει το τρίτο στάδιο ανάπτυξης της ενσυναίσθησης, κατά το οποίο μπορεί πλέον να μοιραστεί την οπτική γωνία του άλλου και να προσφέρει συναισθηματική και συμπεριφορική υποστήριξη σε ένα άλλο άτομο, όταν νιώθει πως τη χρειάζεται. Κατά τη μέση παιδική ηλικία, 6-12 ετών, το παιδί βρίσκεται στο τέταρτο στάδιο ανάπτυξης της ενσυναίσθησης. Στο στάδιο αυτό, το παιδί αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι το ίδιο και οι άλλοι είναι ανεξάρτητα πρόσωπα, ότι τα συναισθήματα είναι μοναδικά για το κάθε άτομο, ενώ ωριμάζει συναισθηματικά.

Αυτό που χρειάζεται να σημειώσω ωστόσο είναι πως, παρότι κάθε παιδί γεννιέται με την ικανότητα να συναισθάνεται, αν η ικανότητά του αυτή δεν καλλιεργηθεί, θα παραμείνει αδρανής μέσα του. Οι σπόροι της μπορούν να φυτευτούν από νωρίς, και αυτός ακριβώς είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο αποφάσισα να γράψω το παρόν βιβλίο· για να μάθουμε μαζί να φυτεύουμε αλλά και να φροντίζουμε αυτούς τους σπόρους, για να μάθουμε μαζί να καλλιεργούμε μια ανοιχτή στάση προς τον κόσμο, για να βοηθήσουμε και να βοηθηθούμε ως παιδιά και ως ενήλικες να είμαστε περισσότερο ενσυναισθητικοί και συνδεδεμένοι, να αποφεύγουμε τη σκληρότητα, να ζούμε και να αναπνέουμε μέσα σε υγιείς, φροντισμένους δεσμούς, μέσα σε ζεστές αγκαλιές. 

Τρώγεται η ενσυναίσθηση;

Ηλικίες: 4+, Εικονογράφηση Φωτεινή Τίκκου

Διαβάστε επίσης:

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *