Μάθημα Ιστορίας: Ο Μάης του 68

Στις 9 Μαΐου 1968, στην πλατεία Σορβόννης του Παρισιού, πραγματοποιείται μια ειρηνική φοιτητική συγκέντρωση. σε μερικά βήματα απόσταση, στα κάγκελα του λυκείου Λουί-Λε-Γκραν, ο Μαρκ Ριμπού εκθέτει τη φωτογραφία μιας νεαρής κοπέλας που αψηφά τις ξιφολόγχες των Αμερικανών στρατιωτών, κρατώντας ένα λουλούδι στο χέρι.

Στις 9 Μαΐου 1978, στη Ρώμη, ανακαλύπτεται στο πορτμπαγκάζ ενός αυτοκινήτου το πτώμα του χριστιανοδημοκράτη πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας Άλντο Μόρο, που εκτελέστηκε από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Αυτά τα δύο γεγονότα συνοψίζουν την αντίθεση που επιβλήθηκε στην κοινή μνήμη ανάμεσα στην ανεμελιά και στον φιλειρηνισμό της «όμορφης δεκαετίας του 1960» και τη βία που χαρακτήρισε τα «μολυβένια χρόνια». (Έτσι ονομάστηκε στην Ιταλία η χρονική περίοδος από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980 με την ένοπλη δράση των Ερυθρών Ταξιαρχιών και τη στρατηγική της έντασης που ακολουθήθηκε. Ο όρος πιθανόν προήλθε από τον τίτλο της ταινίας της Μαργκαρέτε φον Τρότα, με θέμα τη ζωή δυο μελών της RAF.)

Αυτή η αντινομία ανάμεσα στο ’68 και στα χρόνια που ακολούθησαν κρύβει, ωστόσο, μια βαθύτερη συνέχεια: οι δύο στιγμές έχουν τις ίδιες πνευματικές και κοινωνικές ρίζες και είναι φορείς των ίδιων επαναστατικών ουτοπιών. Όσο θεαματικές κι αν είναι οι εκδηλώσεις τους, αυτές οι ουτοπίες δεν αλλοιώνουν τις κοινωνικές και πολιτικές δομές της Δύσης. Παρ’ όλα αυτά, το ’68 και τα επαναστατικά κινήματα που προήλθαν από αυτό, έχουν τη θέση τους στην ιστορία των επαναστάσεων, έστω και μόνο επειδή ανανέωσαν την επαναστατική σκέψη, ταρακουνώντας τις δύο μεγάλες παραδόσεις της, τη δημοκρατική-φιλελεύθερη του 19ου αιώνα και την κομμουνιστική του 20ού αιώνα.

γαλλική επανάσταση άλωση βαστίλης
Η Άλωση της Βαστίλης τον Ιούλιο του 1789, έργο ανώνυμου καλλιτέχνη.

Ανανέωση της επανάστασης
Τα κοινωνικά και επαναστατικά κινήματα των δεκαετιών του 1960 και του 1970 αντλούν τις ιδεολογικές τους αναφορές από τα μεταπολεμικά θεωρητικά ρεύματα, χαρακτηριζόμενα από την αμφισβήτηση των δύο κυρίαρχων κοινωνικών συστημάτων: του καπιταλισμού και του σοβιετικού σοσιαλισμού.

Από τη δεκαετία του 1950 και καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, διανοούμενοι και καλλιτέχνες αμφισβητούν τους θεσμούς, τις οργανώσεις (κόμματα, συνδικάτα) και τις ιδεολογίες και ταυτόχρονα επικρίνουν μια ευημερία αποκλειστικά υλική που οδηγεί στην αλλοτρίωση του ατόμου, η οποία αποτελεί κατά την άποψή τους μεγαλύτερο κίνδυνο από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο. Η κριτική του καπιταλισμού συνοδεύεται με την κριτική του σταλινισμού.

Σ’ αυτή τη διπλή κριτική προστίθεται, τη δεκαετία του 1960, ένα νέο στοιχείο που συναρτάται κατά μεγάλο μέρος με τη διεθνή συγκυρία: η εξιδανίκευση του Τρίτου Κόσμου που απηχούν περιοδικά όπως το Les Temps Modernes στη Γαλλία ή το New Left Review στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα απελευθερωτικά κινήματα και η διαδικασία αποαποικιοποίησης στην Αφρική και στην Ασία, καθώς και τα αντάρτικα κινήματα στη Λατινική Αμερική, φαίνονται να επιβεβαιώνουν την παρακμή της Δύσης και ταυτόχρονα την κρίση του σοβιετικού προτύπου.

new left review εξώφυλλο 1961
Εξώφυλλο του 9ου τεύχους του New Left Review που κάνει μια αποτίμηση της Επανάστασης στην Κούβα.

Από τη συνάντηση της κριτικής σκέψης των μεταπολεμικών χρόνων και του τριτοκοσμισμού γεννιέται μια νέα επαναστατική θεωρία τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Αποβλέπει στην αυτοδιαχείριση (εργατική, σημειωτέον), στην ευτυχία, στην επανάσταση στην καθημερινή ζωή καθώς και στην ατομική και, κατ’ επέκταση, συλλογική απελευθέρωση.

Ο τριτοκοσμισμός, που επιστρατεύει διαδοχικά τις αναφορές στη σινο-σοβιετική διένεξη, στην κινεζική Πολιτιστική Επανάσταση, στην Κουβανική Επανάσταση και στην ένοπλη εποποιία του Τσε, κηρύσσει με τη σειρά του ότι η επανάσταση βρίσκεται στην κάννη του τουφεκιού. Αυτό το ετερογενές μείγμα οδηγεί πολλούς δυτικούς φοιτητές σε μια πολιτική στράτευση άρρηκτα συνδεδεμένη με την ένοπλη πάλη –θεωρούμενη ως το μόνο μέσο για την επιτυχία μιας επανάστασης–, η οποία συνυπάρχει λίγο πολύ με τα συνθήματα για την απόλαυση της παρούσας στιγμής τα οποία εμπνέονται από τον καταστασιασμό ή το Flower Power των χίπις.

Δεν είναι η μοναδική, εγγενής στον επαναστατικό λόγο και στην επαναστατική δράση της δεκαετίας του 1960 και του 1970, αντίφαση. Η γενιά του ’68 έχει επίσης μια αντιφατική σχέση με την ιστορία και τον χρόνο. Ασκείται κριτική στην έννοια της προόδου και στην πίστη σε μια ακατανίκητη πορεία της ανθρωπότητας προς ένα λαμπρό μέλλον, που χαρακτηρίζουν τις επαναστάσεις και τις ιδεολογίες που τις θεμελιώνουν. Προτείνεται μια ριζικά νέα επαναστατική πρακτική που συνίσταται στην αναζήτηση της απόλαυσης της ευτυχίας εδώ και τώρα.

Ταυτόχρονα, όμως, αυτή γενιά δεν σταματά να επικαλείται την επαναστατική κληρονομιά του 20ού αιώνα, είτε για να της ασκήσει κριτική (όπως τον σταλινισμό ή τον λενινισμό) είτε για να την εξιδανικεύσει (σοβιέτ, λουξεμπουργκισμός). Οι επαναστάτες αυτής της περιόδου ταλαντεύονται έτσι διαρκώς ανάμεσα στην απόλαυση χωρίς περιορισμούς και στην επαναστατική πάλη, ριζωμένη στην παράδοση και αποφασιστικά στραμμένη προς το μέλλον. Στην πλειονότητά τους, όμως, θα καταλήξουν να επιλέξουν τον έναν ή τον άλλο δρόμο, τον ηδονισμό ή τη «σοβαρή» επανάσταση.

Ζαν-Πωλ Σαρτρ Σιμόν ντε Μποβουάρ Τσε Γκεβάρα
Η Σιμόν ντε Μποβουάρ, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρτ και ο Τσε Γκεβάρα συζητάνε.

Τέρμα η πλήξη!
Η κοινωνική έκρηξη του 1968 θέτει τέλος στην ανιαρή ατμόσφαιρα της μεταπολεμικής περιόδου και η γεωγραφική της έκταση, με τη σχεδόν ταυτόχρονη ανάφλεξη της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ιαπωνίας, ξαφνιάζει τους περισσότερους παρατηρητές.

Οι σύγχρονοι μένουν αμήχανοι μπροστά στον απρόβλεπτο χαρακτήρα του κινήματος, όπως φαίνεται μεταξύ άλλων από ένα κύριο άρθρο της εφημερίδας Le Monde που διαπίστωνε στις 15 Μαρτίου 1968: «Η Γαλλία πλήττει». Ωστόσο τα πρόδρομα σημάδια κάθε άλλο παρά έλειπαν.

Σε ορισμένες χώρες, η αμφισβήτηση ξεκινά μερικά χρόνια νωρίτερα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι φοιτητές του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ κινητοποιούνται από το φθινόπωρο του 1964 με πρωτοβουλία του Κινήματος για την Ελευθερία της Έκφρασης (Free Speech Movement), που διαμαρτύρεται ενάντια στην απαγόρευση των πολιτικών δραστηριοτήτων στον πανεπιστημιακό χώρο. Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις επεκτείνονται σε άλλες πόλεις και κορυφώνονται με την κατάληψη του πανεπιστημίου της Κολούμπια στις 23 Απριλίου 1968, δεκαεννιά μέρες μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, αποστόλου του ειρηνικού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών.

αμερικάνοι στρατιώτες ψάχνουν για βιετκόνγκ
Αμερικάνοι στρατιώτες ψάχνουν για βιετκόνγκ κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ.

Ο πόλεμος στο Βιετνάμ παίζει κομβικό ρόλο στην αφύπνιση των φοιτητικών κινημάτων και της διεθνιστικής αλληλεγγύης τους. Από το 1965 και μετά, η τηλεόραση μεταδίδει εικόνες από τους βομβαρδισμούς με ναπάλμ και τις φρικαλεότητες που διαπράττονται ενάντια στον άμαχο πληθυσμό του Βιετνάμ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι φοιτητές κινητοποιούνται ενάντια στην απειλή στρατολόγησής τους για τον πόλεμο. οι διαμαρτυρίες εξαπλώνονται έπειτα σε άλλα πανεπιστήμια ανά τον κόσμο.

Η νεολαία της δεκαετίας του 1960 αρνείται να επιτρέψει εγκλήματα πολέμου με την αδράνειά της ή την υποστήριξή της, όπως είχε συμβεί με τις προηγούμενες γενιές κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι φοιτητές καταγγέλλουν την υποστήριξη των δυτικών χωρών στις Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτή τη σύγκρουση (οι αμερικανικές βάσεις που βρίσκονται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και στην Ιαπωνία παρέχουν την απόδειξη). Ο πόλεμος του Βιετνάμ έχει και μια άλλη, τελευταία συνέπεια για τη φοιτητική και εξωκοινοβουλευτική αριστερά: οι πρώτες επαφές ανάμεσα σε φοιτητικές συνδικαλιστικές οργανώσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο κινητοποιήσεων αλληλεγγύης με το Βιετνάμ, όπως το Διεθνές Συνέδριο που οργανώθηκε στο Δυτικό Βερολίνο τον Φεβρουάριο του 1968, και ανοίγουν τον δρόμο για διεθνείς συνεργασίες ανάμεσα σε επαναστατικά κινήματα.

Αυτή η κινητοποίηση, αυτή η πολιτικοποίηση της φοιτητικής νεολαίας εξηγείται από τη διάδοση της κριτικής σκέψης της μεταπολεμικής περιόδου μέσω των νέων τμημάτων κοινωνιολογίας που δημιουργήθηκαν στα δυτικά πανεπιστήμια στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Ο Μαρκούζε, ο Αντόρνο, ο Καστοριάδης, μεταξύ άλλων, καθίστανται οι μέντορες μιας νεολαίας που αποκτά τότε μαζικά πρόσβαση στις ανώτατες σπουδές. Απογοητευμένοι από τα κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά κόμματα, οι νέοι αναζητούν πυρετωδώς εναλλακτικά μοντέλα κοινωνίας.

εξώφυλλα του περιοδικού σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα
Εξώφυλλα του περιοδικού σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, της επαναστατικής ομάδας που ίδρυσε ο Κορνήλιος Καστοριάδης.

Η αρχή των κινητοποιήσεων είναι, λοιπόν, προγενέστερη του 1968, αλλά αυτή τη χρονιά παρατηρείται η επιτάχυνση του ιστορικού χρόνου που χαρακτηρίζει τις επαναστατικές στιγμές. Οι φοιτητές της Μαδρίτης, που βρίσκεται ακόμη κάτω από τον φρανκικό ζυγό, ανοίγουν τον χορό τον Ιανουάριο του 1968. Ακολουθούν οι φοιτητές της Ρώμης τον Μάρτιο, του Παρισιού τον Μάιο, του Βελιγραδίου τον Ιούνιο και της Φρανκφούρτης τον Σεπτέμβριο. Παρόμοιες κινητοποιήσεις ξεσπούν επίσης στο Βέλγιο, στη Σουηδία, αλλά και στην Πολωνία και στην Τσεχοσλοβακία.

Η φοιτητική νεολαία πρωταγωνιστεί παντού στις κινητοποιήσεις, χρησιμοποιεί τους ίδιους τρόπους δράσης, ειδικότερα την καθιστική διαμαρτυρία, και έχει κοινά συνθήματα και πολιτικές αναφορές. Παντού οι φοιτητές αμφισβητούν την πολιτική, οικονομική και πολιτιστική λειτουργία του «συστήματος». Αυτή η ριζοσπαστική κριτική στοχεύει τόσο την εσωτερική πολιτική όσο και το διεθνές σύστημα, με την αμφισβήτηση των δύο πόλων του, των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΕΣΣΔ. Το κάλεσμα σε επανάσταση είναι πανταχού παρόν.

Το 1968 είναι η χρονιά των γενικευμένων φοιτητικών κινητοποιήσεων από το Παρίσι ως το Σικάγο, από το Μεξικό μέχρι την Πράγα, από το Βερολίνο μέχρι το Τόκιο, που ερμηνεύονται ως ανάδυση μιας παγκοσμιοποιημένης νεολαίας με όραμα τη δημοκρατία, τη μη βία και τη σεξουαλική, κοινωνική και ενδεχομένως πολιτική απελευθέρωση, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να διαπιστώσουμε ότι οι σκοποί και ο χαρακτήρας αυτών των κινημάτων δεν είναι παντού ταυτόσημοι.

Έτσι, ενώ στις δυτικές ή δυτικοποιημένες χώρες η αμφισβήτηση αποκτά ταχύτατα επαναστατικά χαρακτηριστικά με μαρξιστική-λενινιστική ή ελευθεριακή χροιά, δεν συμβαίνει το ίδιο στο Μεξικό ή στην Πράγα, όπου οι φοιτητικές εξεγέρσεις διεκδικούν μόνο ένα δημοκρατικό άνοιγμα. Σ’ αυτές τις χώρες, άλλωστε, δεν βλέπουμε να εμφανίζονται τη δεκαετία του 1970 επαναστατικά προτάγματα ούτε οι ένοπλες οργανώσεις που αυτά συνεπάγονται.

ζενγκακούρεν διαδήλωση ιαπωνία
Διαδηλωτές του συνδικάτου Ζενγκακούρεν το 1968 στο Τόκιο.

Προς φοιτητική ή εργατική επανάσταση;
Το 1968, οι φοιτητικές διαδηλώσεις, τόσο μαζικές όσο και επαναλαμβανόμενες, καταλαμβάνουν το οδόστρωμα και οι μεγάλες πόλεις φλέγονται. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το φοιτητικό συνδικάτο Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία περνά από τα 4.000 μέλη το 1965 στα 100.000 μέλη το 1968. Την ίδια χρονιά, η γερμανική Σοσιαλιστική Ένωση Φοιτητών (SDS – Sozialistische Deutsche Studentenbund) κινητοποιεί επίσης 100.000 άτομα, έπειτα από την απόπειρα δολοφονίας του βασικού εκπροσώπου του φοιτητικού κινήματος Ρούντι Ντούτσκε από ένα μέλος της άκρας δεξιάς. Το ιαπωνικό φοιτητικό συνδικάτο Ζενγκακούρεν αριθμεί 140.000 μέλη το 1968 και οι διαδηλώσεις του εντυπωσιάζουν, τόσο λόγω της μαζικότητάς τους όσο και εξαιτίας της στρατιωτικής οργάνωσής τους.

Οι φοιτητές συγκρούονται βίαια με την αστυνομία, στήνουν οδοφράγματα και ξαναπαίζουν το έργο του 1848 ή της Κομμούνας. Καταλαμβάνουν τα πανεπιστήμια και εκλέγουν φοιτητικά συμβούλια. Ο εκνευρισμός των αρχών μπροστά στην εξέγερση της «χρυσής νεολαίας» μετατρέπεται σε ανησυχία όταν άλλες κοινωνικές ομάδες ενώνονται με τους φοιτητές.

Με την έλευση των εργατών, οι κινητοποιήσεις παίρνουν τέτοια έκταση, που οι δυτικές χώρες δίνουν την εντύπωση ότι βρίσκονται στα πρόθυρα της επανάστασης. Στη Γαλλία, οι φοιτητικές εξεγέρσεις παραχωρούν τη θέση τους σε εργατικές κινητοποιήσεις με πρωτόφαντους, ενίοτε, τρόπους δράσης: απαγωγή του διευθυντή της Sud-Aviation στη Νάντη, στις 14 Μαΐου, απεργίες στα εργοστάσια της Renault στο Φλεν και την Μπουλόνιε-Μπιγιανκούρ, ένα αυθόρμητο και χωρίς συνδικαλιστική απόφαση απεργιακό κίνημα εξαπλώνεται σ’ ολόκληρη τη χώρα.

οδοφράγματα μάης 68
Οδοφράγματα στο Μπορντό τον Μάη του 68.

Στις 29 Μαΐου, ο πρόεδρος της δημοκρατίας Σαρλ Ντε Γκολ φεύγει από το Παρίσι με ελικόπτερο προς άγνωστη κατεύθυνση. Αυτή η ξαφνική και ανεξήγητη φυγή του αρχηγού του κράτους δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει κενό εξουσίας: ότι η Γαλλία έχει φτάσει στο σημείο επαναστατικής ρήξης.

Στην Ιταλία, το εργατικό «καυτό φθινόπωρο» του 1969 πυρπολεί τη Fiat, την Pirelli και τη μεταλλουργική βιομηχανία. Όπως και στη Γαλλία, οι τρόποι δράσης εμπνέονται από τις αμφισβητησιακές μεθόδους του φοιτητικού κινήματος. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα και οι κάτοικοι των γκέτο ενώνονται με τους φοιτητές. Ο κοινωνικός αναβρασμός και η μαζικοποίηση των κινητοποιήσεων δείχνουν ότι ο λαός φαίνεται έτοιμος για σύγκρουση. Σημείο σύγκλισης και συμπύκνωσης όλων των αγώνων η βιετναμέζικη αντίσταση, που αποδεικνύει ότι η αμερικανική ένοπλη δύναμη δεν είναι ανίκητη. Αυτή η συνολική εικόνα δείχνει έναν κόσμο που κλονίζεται συθέμελα και η νεολαία πείθεται ότι είναι δυνατόν να ανατρέψει τον καπιταλιστικό κολοσσό με τα πήλινα πόδια.

Αλλά η Μεγάλη Ανατροπή δεν έρχεται στο ραντεβού. Παρά την εξωτερική εικόνα προεπαναστατικής κινητοποίησης, το κοινωνικό κίνημα εκτονώνεται λιγότερο ή περισσότερο βραχυπρόθεσμα, ανάλογα με τη χώρα. Στη Γαλλία, η ήττα έρχεται γρήγορα και είναι τσουχτερή: οι συμφωνίες της Γκρενέλ στις 27 Μαΐου 1968, παρότι απορρίπτονται από τη βάση, σημαίνουν το τέλος της απεργίας (έστω και αν η εργατική κινητοποίηση συνεχίζεται μέχρι το 1973).

Η τελευταία μεγάλη διαδήλωση του Μάη του ’68 είναι εκείνη… των γκολικών, που συγκεντρώνουν 500.000 κόσμο στη λεωφόρο Ηλυσίων Πεδίων στις 30 του μήνα. Την ίδια μέρα, ο Ντε Γκολ εξαγγέλλει τη διενέργεια πρόωρων εκλογών στα τέλη Ιουνίου, τις οποίες κερδίζει θριαμβευτικά η δεξιά.

διαδήλωση υπέρ ντε γκολ στο παρίσι
Διαδήλωση υπέρ του Ντε Γκωλ στο Παρίσι στο τέλος του Μάη του 68.

Στην Ιταλία, το έτος 1973 σημαίνει το τέλος των εργατικών αγώνων που δεν στάθηκαν ικανοί να εμποδίσουν τις μαζικές απολύσεις και τις μεταφορές επιχειρήσεων σε περιοχές με φτηνή εργατική δύναμη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα δεν κατορθώνει να ορθοποδήσει μετά τις δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Ρόμπερτ Κένεντι, υποψηφίου του Δημοκρατικού Κόμματος για την προεδρία, τον Ιούνιο του 1968. Στην Ιαπωνία, το φοιτητικό κίνημα δεν καταφέρει να αποκτήσει κοινωνική βάση έξω από το πανεπιστήμιο.

Από την κοινωνική εξέγερση στον ένοπλο αγώνα
Στον βαθμό που το κοινωνικό κίνημα φθίνει, η ένοπλη επιλογή κερδίζει έδαφος. Μερικοί πρώην ακτιβιστές του κοινωνικού κινήματος –ουσιαστικά φοιτητές και μερικοί εργάτες– συγκροτούν (ή προσχωρούν σε υπάρχοντα) επαναστατικά κινήματα που πρεσβεύουν τον ένοπλο αγώνα.

Έτσι, πολυάριθμοι Αφροαμερικανοί φοιτητές προσχωρούν στο Κόμμα των Μαύρων Πανθήρων (Black Panther Party), που ιδρύθηκε το 1966. Οι Weathermen (οι «Μετεωρολόγοι» που τραγουδά ο Μπομπ Ντίλαν) μπορούν να θεωρηθούν λευκή εκδοχή των Μαύρων Πανθήρων. Πρόκειται για μια μικρή ένοπλη ομάδα που δεν υπερβαίνει τις μερικές δεκάδες μέλη.

Στη Γαλλία, η μαοϊκή Προλεταριακή Αριστερά (Gauche Proletarienne) και οι τροτσκιστές των Επαναστατικών Κομμουνιστικών Νεολαιών (Jeunesses Communistes Révolutionnaires) ερωτοτροπούν με την ιδέα του ένοπλου δρόμου μέχρι το 1973. Στην Ιταλία, μετά τη Lotta Continua και την Potere Operaio, εμφανίζονται οι Ερυθρές Ταξιαρχίες (Brigate Rosse) το 1970. Οι τελευταίες δεν ξεπερνούν τα σαράντα μέλη, αλλά γίνονται ευρύτατα ορατές χάρη στις ενέργειές τους, κυρίως τις απαγωγές ονομαστών βιομηχάνων κι ύστερα δικαστών, κατά τον τρόπο των Τουπαμάρος στην Ουρουγουάη.

Σημαία των Ερυθρών Ταξιαρχιών.
Σημαία των Ερυθρών Ταξιαρχιών.

Στη Γερμανία, ο Μπάντερ και η Ένσλιν ιδρύουν τη Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF) το 1968, στο απόγειο του φοιτητικού κινήματος. Την ίδια χρονιά βάζουν φωτιά σε δύο μεγάλα πολυκαταστήματα της Φρανκφούρτης και περνούν στην παρανομία για να αποφύγουν τη σύλληψη και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη. Ο πολύ μικρός αριθμός μελών των ένοπλων πολιτικών οργανώσεων έρχεται σε έντονη αντίθεση με το μέγεθος των στόχων τους.

Φιλοδοξούν πράγματι, ούτε λίγο ούτε πολύ, να ανατρέψουν την «παλιά κοινωνία», δηλαδή όλες τις κατεστημένες εξουσίες: με άλλα λόγια να κάνουν επανάσταση. Οι μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις του τέλους της δεκαετίας του 1960 έπεισαν αυτούς τους αγωνιστές για το επαναστατικό δυναμικό της κοινωνίας. Όσο για το τέλος των κινητοποιήσεων, το ερμηνεύουν ως μια προσωρινή υποχώρηση, ως μια παλινδρόμηση του κύματος που δεν θ’ αργήσει να επιστρέψει για να αρχίσει την πορεία του μέχρι την επανάσταση.

Βέβαια, η μόδα των ενθουσιασμών του 1968 έχει περάσει και οι αγωνιστές εγκαταλείπουν βαθμιαία την εορταστική ατμόσφαιρα των κινητοποιήσεων για να επιλέξουν μια επαναστατική στράτευση πιο κλασική στους κόλπους οργανώσεων συχνά πολύ πειθαρχημένων, και μάλιστα με ακραία ιεραρχική δομή, αλλά δεν παύουν να είναι κληρονόμοι της επαναστατικής σκέψης της δεκαετίας του 1960.

Φορείς ενός πολεμικού φαντασιακού δομημένου με βάση γκεβαρικές, μαοϊκές και ευρύτερα τριτοκοσμικές αναφορές, οι δυτικοί επαναστάτες είναι πεπεισμένοι ότι η επανάσταση θα είναι αναγκαστικά βίαιη. Και είναι συνεπώς λογικό να εξοπλιστούν και να αρχίσουν, εδώ και τώρα, αυτό που οι μάζες θα συνεχίσουν αύριο.

Το σύμπλεγμα Baader Meinhof
Πλάνο από την ταινία του 2008 «Το σύμπλεγμα Baader Meinhof» που αναφέρεται στη δράση της RAF.

Δεκαετίες του 1960 και του 1970, ένα παρελθόν πάντα παρόν
Απομονωμένες και παρεξηγημένες, οι επαναστατικές ομάδες που γεννήθηκαν στη Δυτική Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ή στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, δεν ευδοκίμησαν. Είναι ταυτόχρονα θύματα των αντιτρομοκρατικών πολιτικών, της δικής τους φθοράς και του τέλους του διπολικού κόσμου.

Η μη κατανόηση και η απόρριψη που συναντούν μετέπειτα τα επαναστατικά κινήματα της δεκαετίας του 1970 απορρέουν από μια παραμορφωμένη εικόνα του ’68 και την ανικανότητα –ενισχυμένη μετά το 1989– να τεθούν οι επαναστατικές ουτοπίες του 20ού αιώνα στο πολιτικό, κοινωνικό και ιδεολογικό τους πλαίσιο.

Η πτώση του τείχους του Βερολίνου, η εξαφάνιση του σοβιετικού στρατοπέδου καθώς και η διάδοση της θέσης του Φουκουγιάμα, που νοεί και καθιερώνει τον οριστικό θρίαμβο της φιλελεύθερης δημοκρατίας εις βάρος κάθε άλλου καθεστώτος ή κάθε άλλης ιδεολογίας, κατέστησαν δυσανάγνωστους για τις κοινωνίες μας τους λόγους που μπορούν να οδηγήσουν ορισμένα άτομα στην επιλογή του ένοπλου επαναστατικού αγώνα.

πτώση του τείχους του βερολίνου
Η πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989.

Το κανονιστικό αφήγημα του «τέλους της ιστορίας» κηρύσσει τον φιλελευθερισμό, του οποίου ο θρίαμβος οδηγεί αναπότρεπτα σε μια ειρηνοποιημένη κοινωνία απαλλαγμένη από οιαδήποτε ιδεολογική ή κοινωνική σύγκρουση. Αυτό το κυρίαρχο αφήγημα παρουσιάζει τα επαναστατικά και ένοπλα κινήματα της δεκαετίας του 1970 ως το κύκνειο άσμα του υποτιθέμενου εγγενούς στον κομμουνισμό φονικού παραληρήματος, το οποίο μόλυνε, σύμφωνα με αυτή την άποψη, για μια στιγμή τη Δύση πριν καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων της ιστορίας.

Κατά το ίδιο πάντα αφήγημα, το ’68 παρουσιάζεται, αντίθετα, ως μια στιγμή άνθισης των δημοκρατικών αισθημάτων των λαών, που επιβεβαιώνονται και θριαμβεύουν μετά το 1989. Αυτή η ανάγνωση, διατεθειμένη να κρίνει μάλλον παρά να καταλάβει, παραμορφώνει μια κομβική περίοδο του 20ού αιώνα. Κρύβει την κοινωνική και σφοδρά αμφισβητησιακή διάσταση του ’68 κι επίσης αποσυνδέει τεχνηέντως και εσφαλμένα τις κοινωνικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 1960 από την πολιτική και ιδεολογική ριζοσπαστικοποίηση της δεκαετίας που ακολούθησε.

ΥΓ: Θέλετε να μάθετε κι άλλα για τις επαναστάσεις που συγκλόνισαν τον κόσμο; Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο «Επαναστάσεις – Όταν οι λαοί γράφουν ιστορία».

βιβλίο για επαναστάσεις

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *