Η Ματίλντα και οι βιβλιοπεριπλανητές

της Ελένης Σβορώνου
Η όλο φως και χρώμα Εθνική μας βιβλιοθήκη, με τους άνετους χώρους και τους πύργους βιβλίων να υψώνονται ολόγυρα έχει κερδίσει το κοινό. Αυτό είναι γνωστό. Αλλά κανείς δεν έχει επισκεφτεί την Υποβιβλιοθήκη που βρίσκεται στο υπόγειο. Ούτε βέβαια και το δωμάτιο των Πηγών. Αυτοί οι χώροι είναι προσβάσιμοι μόνο στους βιβλιοπεριπλανητές.

Μη βιαστείτε να πείτε ότι είστε βιβλιοπεριπλανητής επειδή απλώς και μόνο είστε βιβλιοφάγος. Πρέπει να έχετε δει τους τοίχους να διαλύονται γύρω σας, την ώρα που διαβάζετε ένα βιβλίο, και τον εαυτό σας να βρίσκετε στον τόπο, χρόνο και σκηνή που διαδραματίζεται στην τυπωμένη σελίδα. Αν δεν έχετε βρεθεί ποτέ με τα αθλητικά σας παπούτσια χωμένα στους λασπωμένους δρόμους του βικτωριανού Λονδίνου, αν ποτέ δεν πέρασε από δίπλα σας η βασίλισσα Κούπα και δε σας απείλησε πως θα σας κόψει το κεφάλι, την ώρα που το χαμόγελο του Γάτου του Τσεσάιρ αιωρούνταν πίσω από την πλάτη σας, αν ποτέ δεν σας επισκέφθηκε ένας ήρωας αγαπημένου σας βιβλίου και δε σας οδήγησε στον κόσμο του, μην το βασανίζετε! Δεν είσαι βιβλιοπεριπλανητής! Η Υποβιβλιοθήκη θα μείνει για πάντα απαγορευμένη πόλη.

Ίσως καλύτερα έτσι. Γιατί οι βιβλιοπεριπλανήσεις είναι γοητευτικές αλλά επικίνδυνες. Μπορεί κανείς να κολλήσει άσχημα μέσα σ’ ένα βιβλίο, να βρεθεί αντιμέτωπος, ας πούμε, με σκληροτράχηλους πειρατές που ετοιμάζονται να τον πετάξουν στον παγωμένο ωκεανό. Μπορεί να μη καταφέρει ποτέ να επιστρέψει στον πραγματικό κόσμο. Έχουν χαθεί άνθρωποι μ’ αυτόν τον τρόπο. Γι αυτό οι βιβλιοπεριπλανήσεις διέπονται από ένα αυστηρό σύνολο κανόνων. Πρέπει να εκπαιδευτείς ξεκινώντας από ένα απλό βιβλίο όπου το περιβάλλον είναι ασφαλές. Η πλοκή ας πούμε να εκτυλίσσεται σε ένα κατάστημα παιχνιδιών. Εύκολο. Δεν μπορεί να συμβεί κάτι τραγικό ανάμεσα στα λούτρινα και τα επιτραπέζια. Σιγά σιγά θα μάθεις πώς να βγαίνεις από το βιβλίο διαβάζοντας την τελευταία φράση του. Θα μάθεις πώς να αποφεύγεις τις επικίνδυνες περιοχές, εκεί προς το τέλος του βιβλίου είναι πάρα πολύ επικίνδυνα, καλύτερα μην πλησιάσεις αν είσαι αρχάριος. Η φόδρα του βιβλίου είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μέρος που λειτουργεί ως ζώνη ασφαλείας αλλά και πάλι πρέπει να ξέρεις τα κόλπα. Οι κανόνες αυτοί φυλάσσονται στα γραφεία της Υποβιβλιοθήκης. Ένας βιβλιοθηκάριος θα αναλάβει να σε μυήσει σε αυτούς, αλλά κανείς ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τους ανθρώπους που συναντά σε μια Υποβιβλιοθήκη. Κινούνται κι αυτοί σε έναν μεταιχμιακό χώρο ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Καλό είναι να είσαι προσεκτικός και με αυτούς.

Το δωμάτιο των Πηγών φυλάει τα πρωτότυπα όλων των βιβλίων. Την αληθινή ιστορία όπως ακριβώς την έγραψε ο συγγραφέας. Αν πειράξεις ένα τέτοιο βιβλίο θα σου πάρει το κεφάλι αν όχι η βασίλισσα Κούπα σίγουρα ο φύλακας του χώρου! Γιατί όταν κάποιος μπαινοβγαίνει σε ένα βιβλίο, μπορεί να αλλάξει προσωρινά την πλοκή. Αυτό συμβαίνει μόνο στο αντίτυπο που διαβάζει και μόνο όσο βιβλιοπεριπλανιέται. Στη συνέχεια όλα γίνονται όπως πριν. Αλλά άμα αρχίσεις να πειράζεις τις ιστορίες, εισέρχεσαι σε αυτή την επικίνδυνη ζώνη όπου όλα μπορούν να συμβούν. Όσο άκαμπτοι κι αν είναι οι κανόνες, ρισκάρεις να συμβούν ανεπανόρθωτες ζημιές. Γι αυτό στο δωμάτιο των Πηγών δεν μπαίνει κανείς.

Η εντεκάχρονη Τίλλυ (από το διόλου τυχαίο όνομα «Ματίλντα», αναφορά στην πασίγνωστη ηρωίδα του Ρόαλντ Νταλ που είναι ένα «παιδί από βιβλία») μεγαλώνει με τον παππού και τη γιαγιά της στο σπίτι-βιβλιοπωλείο Πέιτζις & Σία, στο βόρειο Λονδίνο. Δεν γνωρίζει τίποτα σχεδόν για τους γονείς της. Ο πατέρας της πέθανε όταν ήταν μικρή και η μητέρα της…κενό. Οι παππούδες μασάνε τα λόγια τους. Η κόρη τους ζούσε στην Αμερική, παντρεύτηκε εκεί, επέστρεψε έγκυος για να γεννήσει το παιδί της στην πατρίδα, κι ύστερα κάποια μέρα έφυγε και δεν επέστρεψε. Η Τίλλυ έχει από εκείνην μόνο ένα μενταγιόν και το προσωπικό της αντίτυπο της Μικρής πριγκίπισσας, της Φράνσες Χότζσον Μπάρνετ. Τι πιο φυσικό μία γυναίκα μεγαλωμένη σε ένα βιβλιοπωλείο να αγαπάει τα βιβλία και να φυλάει στο δωμάτιό της κάποια αγαπημένα της παιδικά βιβλία; Η Τίλλυ, στην αρχή της περιπέτειας, δε γνωρίζει τίποτα για βιβλιοπεριπλανήσεις. Το μόνο που ξέρει είναι πως συναντά δυσκολίες στην επικοινωνία της με τα άλλα παιδιά. Δεν έχει φίλους. Καταφέρνει όμως τελικά να κάνει έναν φίλο, τον Όσκαρ, το δυσλεκτικό παιδί της ιδιοκτήτριας του αντικρινού καφέ. Όταν βιώνουν και οι δυο την πρώτη τους βιβλιοπεριπλάνηση, και οδηγούνται στην Υποβιβλιοθήκη για το πρώτο τους μάθημα, αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι της εξαφάνισης της μητέρας. Η Τίλλυ θα μάθει ποια πραγματικά είναι (η αποκάλυψη είναι μια εξαίσια ανατροπή, όπου το εξωφρενικό προβάλλει απόλυτα πειστικό) αφού πρώτα ζήσει με τον Όσκαρ κάμποσες βιβλιοπεριπλανήσεις στην Άννα των Αγρών, στην Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, στο Νησί των Θησαυρών, και βέβαια στη Μικρή Πριγκίπισσα όπου θα δοθεί και η τελική λύση. Η Τίλλυ έχει επίσης γίνει μάρτυρας επισκέψεων της Ελίζαμπεθ Μπένετ, από την Περηφάνια και Προκατάληψη και του Σέρλοκ Χόλμς στο βιβλιοπωλείο τους. Τα λένε τακτικά η μία με τη γιαγιά και ο άλλος με τον παππού.

To βιβλίο της Anna James (συγγραφέας και δημοσιογράφος) ήταν υποψήφιο για το κρατικό βραβείο παιδικής λογοτεχνίας στη Μεγάλη Βρετανία. Εκτός από μια καλοστημένη περιπέτεια (που απογειώνεται στη μέση περίπου του βιβλίου), είναι και ένας ύμνος στο διάβασμα, στα βιβλιοπωλεία, στις βιβλιοθήκες και στη βρετανική κλασική λογοτεχνία. Τα βιβλία που επιλέγει για τις περιπλανήσεις της Τίλλυ και του Όσκαρ ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Η Άννα και η Σάρα, οι ηρωίδες από τα βιβλία της Λούσι Μοντ Μοντγκόμερι και της Φράνσες Χότζσον Μπάρνετ, είναι ορφανές ενώ και η Αλίκη κινείται ολομόναχη στην Χώρα των Θαυμάτων. Η αναζήτηση των γονιών, ιδίως τη μάνας, διατρέχει τη ραχοκοκαλιά του βιβλίου της James. Καθώς οι ρίζες της Τίλλυ χάνονται μέσα στον φανταστικό κόσμο των βιβλίων, υφέρπει ένα ερώτημα για το αν ποτέ μπορεί να καταλάβει κανείς ποιος πραγματικά είναι. Οι πολλαπλές εκδοχές των γονιών της και των ιστοριών τους περνάνε μπροστά από την Τίλλυ σα καλειδοσκόπιο. Κι όταν διεκδικήσει η ίδια η Τίλλυ τελικά τη μητέρα της και τη φέρει στον πραγματικό κόσμο, θα πρέπει οι δυο τους να ξαναγνωριστούν από την αρχή. Η διαρκής αλληλοδιείσδυση λογοτεχνικού και πραγματικού κόσμου δημιουργεί την αίσθηση ότι είμαστε πραγματικά φτιαγμένοι και και από την ύλη της λογοτεχνίας. «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.» λέει ο ποιητής. Πραγματικών τε και φανταστικών ανθρώπων, μοιάζει να πιστεύει η Anna James.

«Πιστεύουμε ότι είναι πιθανό, ενώ είστε απασχολημένοι με άλλα πράγματα, να δίνεται η ευκαιρία στη μαγεία μέσα σας να ξεχειλίσει.» λέει ο δάσκαλος των βιβλιοπεριπλανήσεων.

«Είμαστε κάτι παραπάνω από καλογραμμένες τεχνικές πλοκής: είμαστε αντιφατικοί και πολύπλοκοι, κι αυτό είναι υπέροχο. Λίγες αντιφάσεις δεν κάνουν κακό και νομίζω ότι ίσως χρειαστεί να τις αγκαλιάσεις…» παρηγορεί ο παππούς την εγγονή όταν μαθαίνει ποια είναι.

«Τα πράγματα μέσα στη φαντασία σου δεν είναι τόσο πραγματικά όσο τα πράγματα μπροστά σου;» ρωτάει την Τίλλυ και τον Όσκαρ ο Γάτος του Τσεσάιρ. Για να συνεχίσει παρακάτω: «Μπορείς να το σκάσεις από το τέλος οποιασδήποτε ιστορίας. Αλλά προσέξτε το κενό».

Ας προσέξουμε το κενό λοιπόν ανάμεσα στον συρμό της φαντασίας και την αποβάθρα της πραγματικότητας. Γιατί υπάρχουν και οι φύλακες που φρουρούν με συρματοπλέγματα τα όρια.

Εκείνο που κάνει εξαιρετικά η συγγραφέας είναι να σέβεται το ύφος των κειμένων που επιλέγει να ενθέσει στην ιστορία της. Το ύφος της αλλάζει για να μείνει πιστό στη λογοτεχνική ατμόσφαιρα του πρωτότυπου. Μας μαθαίνει έτσι πώς μπορεί να ταξιδέψουν οι ιστορίες από βιβλίο σε βιβλίο με τρόπο που να αναδεικνύει την αρχική τους λάμψη αλλά και την ικανότητά τους να μεταπλάθονται, να γίνονται τόσο οικείες στους σημερινούς αναγνώστες που να μπορούν να ειπωθούν ξανά, αλλιώς ωραίες.

Ένα ωραίο μάθημα για όσους συγγραφείς καταπιάνονται με τους κλασικούς. Οι Αγγλοσάξονες έχουν μεγάλη παράδοση στις αναδιηγήσεις των κλασικών της παιδικής λογοτεχνίας, άλλωστε.

Η ακροτελεύτια φράση κάθε βιβλίου είναι η πύλη εξόδου από τη βιβλιοπεριπλάνηση. Η δικλείδα ασφαλείας για τον περιπλανητή. Δε θα μπορούσε λοιπόν η τελευταία φράση αυτού του βιβλίου να μην είναι ένα διαμαντάκι:

«Οι ιστορίες διηγούνται πώς θέλουμε να μας θυμούνται –οπότε πρέπει να σιγουρευτούμε ότι αξίζει να ειπωθούν.»

Η συγκεκριμένη σίγουρα άξιζε να ειπωθεί! Και να διαβαστεί στην ωραία μετάφραση της Α.Πιπίνη. Τα σχέδια και τα τυπογραφικά παιχνίδια συμπληρώνουν, αισθητικά, την αναγνωστική εμπειρία και υποβάλλουν τη ρευστότητα των συνόρων ανάμεσα στους δυο κόσμους.

*Το άρθρο της Ελένης Σβορώνου δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στον Αναγνώστη. 

εφηβικά βιβλία

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *