Εξερευνώντας τον μυστηριώδη και περίπλοκο κόσμο των συναισθημάτων

Γράφει η δημοσιογράφος Πελιώ Παπαδιά

Συχνά αναρωτιέμαι πώς θα είχε εξελιχθεί η ζωή μου, αν στην παιδική μου ηλικία δεν διάβαζα μόνο μυθοπλασία, μυθολογία, κόμικς και εγκυκλοπαίδειες – ό,τι δηλαδή υπήρχε τότε διαθέσιμο. Θα είχε αλλάξει κάτι ουσιαστικά αν είχα στα χέρια μου και μια ευρύτατη γκάμα παιδικών βιβλίων γνώσεων, βιβλίων σχεδόν για τα πάντα, βιβλίων που δεν αφήνουν κανένα ακανθώδες θέμα ή προβληματισμό αδούλευτο; Θα είχα γλιτώσει από ψυχικές ταλαιπωρίες που οφείλονταν σε άγνοια; Η απάντηση είναι μάλλον θετική, παρόλο που ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τα «what if…» σενάρια.

Μόλις τελείωσα τη μελέτη του εικονογραφημένου βιβλίου της Lidia Brankovic Το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, σε μετάφραση της Τζέμας Δεσύλλα. Άρχισα να σκέφτομαι πώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η εξαιρετική ιδέα της δημιουργού από γονείς και εκπαιδευτικούς, ώστε τα παιδιά να την κατανοήσουν σε όλο της το μεγαλείο. Τότε θυμήθηκα για άλλη μία φορά πως όταν ήμασταν εμείς παιδιά –και βασικά μέχρι πριν από λίγα χρόνια– κανείς δεν μας μιλούσε αναλυτικά για όσα αισθανόμαστε και τη σημασία τους. Νομίζω πως ξέραμε πέντε έξι βασικά συναισθήματα: χαρά, λύπη, θυμός, ντροπή, αγάπη, μίσος, ζήλια. Και αυτά τα λίγα τα προσεγγίζαμε επιφανειακά. Η στάση της εποχής ήταν να μην εκφράζουμε όσα νιώθουμε. Να τιμωρούμαστε όταν τα εκφράζουμε με τρόπο δυσάρεστο-ενοχλητικό για τους ενήλικους. Να τα καταπιέζουμε και να τα απωθούμε. Να πληγωνόμαστε. Τις περισσότερες φορές, τα τραύματά μας κακοφόρμιζαν, με τα γνωστά αποτελέσματα…

Σήμερα οι οικογένειες και οι εκπαιδευτικοί έχουν στη διάθεσή τους όλο το απαραίτητο υλικό προκειμένου να βοηθήσουν τα παιδιά να εξερευνήσουν τα συναισθήματά τους από μικρή ηλικία. Μέρος του υλικού αυτού είναι φυσικά και Το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων. Μέσω αυτού, τα παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν και να ονοματίζουν με σχετική ακρίβεια ό,τι αισθάνονται και κατ’ επέκταση να το διαχειρίζονται καλύτερα.

Διάβασα ότι η συγγραφέας έγραψε το βιβλίο μετά την εμπειρία της με συναισθηματικές διαταραχές. Την ευχαριστώ που είχε τη δύναμη και το ταλέντο να μοιραστεί τόσο δημιουργικά μια τόσο σκληρή εμπειρία.

Έχουμε, λοιπόν, ένα ξεχωριστό και μοναδικό ξενοδοχείο, βγαλμένο σαν από ταινία του Wes Anderson, τη διευθύντριά του και τους ενοίκους του. Όπου ξενοδοχείο βάλτε το Σώμα –ή την Ψυχή–, όπου διευθύντρια βάλτε τον Εαυτό, όπου ενοίκους βάλτε τα Συναισθήματα. Αμέτρητα συναισθήματα, διαφορετικών σχημάτων, χρωμάτων και μεγεθών, με διαφορετικές συμπεριφορές και διαφορετικές ονομασίες, μπαινοβγαίνουν στο κτίριο με φρενήρεις ρυθμούς και ιδιαίτερες απαιτήσεις. Μερικά δεν είναι και τόσο συνεργάσιμα, άλλα χρειάζονται χώρο, άλλα πάλι αλλάζουν κάθε τόσο μορφή. Δύσκολη η δουλειά της διευθύντριας. Μα όχι ακατόρθωτη.

Όπως εξηγεί, σταδιακά έχει μάθει τα «χούγια» του κάθε ενοίκου της και, μόλις αντιληφθεί την έλευσή του, το ακούει προσεκτικά ώστε να του προσφέρει όσα χρειάζεται. Εξυπακούεται ότι καμιά μέρα δεν είναι ίδια με τις άλλες. Υπάρχουν μέρες εύκολες και μέρες δύσκολες, ανάλογα με τη σύνθεση των φιλοξενουμένων, γι’ αυτό και η ιδιοκτήτρια δεν βαριέται ποτέ. Ξέρει, π.χ., πόσο δύσκολος πελάτης είναι το Άγχος. Ξέρει, όμως, και πόσο βοηθητική είναι η Ευγνωμοσύνη. Ζορίζεται με τις φωνές του Θυμού, μα χαλαρώνει με την παρουσία της Αγάπης. Ξέρει, τέλος, ότι όποιο συναίσθημα κι αν επισκεφτεί το ξενοδοχείο είναι περαστικό. Γιατί τα συναισθήματα ταξιδεύουν συνέχεια, σε πολλά διαφορετικά ξενοδοχεία σε ολόκληρο τον κόσμο…

Η εξερεύνηση του μυστηριώδους και περίπλοκου κόσμου των συναισθημάτων δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η προσέγγισή τους, η εικονοποιία τους, η αποδοχή τους και η συμφιλίωση μαζί τους μόνο βοηθητική μπορεί να είναι. Αλλά και γι’ αυτό το βιβλίο, που είναι από τα καλύτερα του είδους του, με κείμενο και εικονογράφηση που αλληλοσυμπληρώνονται, με λέξεις και χρώματα ταιριαστά μεταξύ τους, με ευφυείς απεικονίσεις κάθε συναισθήματος ξεχωριστά, έχω να επαναλάβω το εξής: Αν δεν το μελετήσουμε καλά οι φροντιστές, αν δεν το κατανοήσουμε βαθιά, αν δεν λυτρωθούμε πρώτα εμείς από τυχόν συναισθήματα που μας κρατούν πίσω και δεν συμφιλιωθούμε με την πραγματικότητα, δύσκολα θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε συναισθηματική ισορροπία στα παιδιά μας.

Προτείνω, λοιπόν, προτού βουτήξουμε παρέα στις σελίδες του, προτού κλείσουμε οικογενειακό δωμάτιο στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο, προτού κάτσουμε όλοι μαζί στο εστιατόριο για φαγητό, προτού αράξουμε, μεγάλοι και μικροί, στον κήπο του για να χαλαρώσουμε ή να τσακωθούμε, πρώτα να περιηγηθούμε για λίγο μόνοι μας σε κάθε δωμάτιο και στους δημόσιους χώρους του. Έτσι, θα διαπιστώσουμε πόσο καλά γνωρίζουμε ή όχι τους ενοίκους του. Μόλις διακριβώσουμε ότι το έχουμε «χαρτογραφήσει» τόσο καλά όσο η διευθύντριά του, όταν σιγουρευτούμε πως καταφέρνουμε να τα βγάζουμε πέρα, ακόμα κι όταν το ξενοδοχείο έχει εκατό τοις εκατό πληρότητα, τότε μπορούμε να μοιραστούμε αυτό το μυστικό καταφύγιο με όλη μας την οικογένεια και να αναζητήσουμε εκεί όσο το δυνατόν πιο ευχάριστες στιγμές. Αν στείλουμε τα παιδιά μας μόνα τους, χωρίς εμάς ως εκπαιδευμένο οδηγό, δεν είμαι σίγουρη αν η πανέμορφη ιστορία θα λειτουργήσει ή θα τα μπερδέψει περισσότερο.

Συμπερασματικά: Βάζουμε πρώτα σε τάξη το δικό μας ξενοδοχείο των συναισθημάτων, ώστε μετά να χτίσουμε μαζί με τα παιδιά μας το δικό τους.

Το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων

Διαβάστε επίσης:

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *