Με ιδιαίτερη χαρά και ενθουσιασμό καθώς και με βαθύ αίσθημα ευθύνης απέναντι στην πολιτιστική παρακαταθήκη που συνιστά το οικουμενικό έργο του σπουδαίου κρητικού λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη, οι εκδόσεις Διόπτρα προκηρύσσουν τον 1ο Μαραθώνιο Ανάγνωσης «Ο Νίκος Καζαντζάκης στον 21ο αιώνα» για το ακαδημαϊκό έτος 2024-2025. Ο Μαραθώνιος Ανάγνωσης συνδέεται με δύο μαθητικούς διαγωνισμούς, τον ομώνυμο Διαγωνισμό Δημιουργικής Γραφής και τον Διαγωνισμό Κόμικ «Ο Νίκος Καζαντζάκης και η 9η Τέχνη».
ΟΙ ΑΔΕΡΦΟΦΑΔΕΣ
Υπόθεση
Η ιστορία τοποθετείται στον Κάστελο, ένα απομονωμένο χωριό της Μακεδονίας, στα χρόνια του Εμφυλίου. Ο Κάστελος είναι ένα επινοημένο, φανταστικό χωριό, που ριζώνει σε πραγματικό τόπο και χρόνο: στο σκληρό τοπίο της Ηπείρου και του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου μεταξύ 1946 και 1949. Το χωριό βρίσκεται υπό τον έλεγχο του στρατού και πολιορκείται από τους αντάρτες. Ο ιερέας του, ο παπα-Γιάνναρος, στέκεται ανάμεσα στις δύο παρατάξεις και προσπαθεί να τις συμφιλιώσει.
Ωστόσο, όλες του οι παραινέσεις αντιμετωπίζονται με αδιαφορία, αφού κάθε παράταξη τον θεωρεί όργανο της άλλης. Ο παπα-Γιάνναρος αναρωτιέται πού βρίσκεται το δίκιο· παρόλο που το κοινωνικό όραμα των ανταρτών τού φαίνεται σωστό σε κάποια σημεία, τον προβληματίζει η απάνθρωπη συμπεριφορά τους.
Ενώ η κατάσταση στον Κάστελο είναι τραγική, παίρνει τη μεγάλη απόφαση: Συναντά τον αρχηγό των ανταρτών, τον καπετάν Δράκο (που είναι γιος του), και συμφωνεί να του παραδώσει το χωριό, με τον όρο να μην πειράξει κανέναν. Στη συνέχεια, απευθύνεται στους χωρικούς και τους πείθει να δεχτούν τη συμφιλίωση. Όμως, μόλις οι αντάρτες μπαίνουν στον Κάστελο, ο καπετάν Δράκος εκτελεί 12 άτομα.
Θεωρώντας τον εαυτό του υπεύθυνο για τον θάνατό τους, ο παπα-Γιάνναρος δηλώνει ότι θα γυρίσει όλα τα χωριά για να συμφιλιώσει τους ανθρώπους και να τους πει να μην πιστεύουν ούτε τους «μαύρους» ούτε τους «κόκκινους». Έχει ήδη αρχίσει να απομακρύνεται, όταν ο καπετάν Δράκος διατάζει να τον σκοτώσουν.
Η πρώτη γραφή του έργου ξεκινά στην Αντίμπ το 1948, το δουλεύει αρκετά το 1949, θα το επεξεργαστεί το 1952, το 1954 και το 1955. Θα εκδοθεί το 1963 μετά τον θάνατο του μεγάλου δημιουργού.Η εφημερίδα Ελευθερία πανηγυρίζει την τελική νίκη του Εθνικού Στρατού κατά του ΔΣΕ.
Θεατρικές διασκευές
Θεατρική διασκευή από τον Λάκη Μιχαηλίδη.
Σημαντικά στοιχεία
Θέλει να ’ναι λεύτερος. Σκοτώστε τον. Αυτή η φράση είναι ως υπότιτλος στο συγκεκριμένο έργο. Είναι όμως και η βαθιά σκέψη που το διέπει από την αρχή μέχρι το τέλος. Αυτή η ανάγκη για λευτεριά δεν συνάδει με τον Εμφύλιο, με την αιματοχυσία.
Περίοδος Εμφυλίου σε ένα επινοημένο φανταστικό χωριό, τον Καστέλο, 1946-1949. Ο Καζαντζάκης, έχοντας φύγει από την Ελλάδα το 1946 για να μην ξαναγυρίσει ποτέ, θλίβεται βαθιά για τον πόλεμο στη χώρα του.
Ένα σημαντικό κομμάτι της αφήγησης γίνεται γύρω από το ποιος έχει δίκιο σε αυτή τη διαμάχη. Ο Καζαντζάκης αναγνωρίζει στους αντάρτες ότι έχουν με το μέρος τους την κοινωνική δικαιοσύνη, πράγμα το οποίο στερείται ο εθνικός στρατός. Όμως το μεγαλείο του μυθιστορήματος είναι ότι ο Καζαντζάκης δεν θεωρεί ότι αυτό δικαιώνει τον φόνο και το έγκλημα, δεν δίνει λοιπόν σε κανένα την ηθική νομιμοποίηση.
Ο Καζαντζάκης δημιουργεί ένα αντιπολεμικό έργο, με βαθιά συναισθήματα. Η φτώχεια σε όλα τα στρατόπεδα, τα νεκρά παιδιά, η άκρατη βία είναι μέρη των συρράξεων που στο τέλος αποανθρωποποιούν όλα τα μέρη.
Ο παπα-Γιάνναρος είναι ο κύριος πρωταγωνιστής του βιβλίου, μια μορφή ασκητική, που κουβαλά μέσα του ένα έμφυτο αίσθημα δικαιοσύνης, για το οποίο αξίζει να πεθάνει κανείς. Η σύγκρουση με την κατεστημένη θρησκεία στο όνομα της αναζήτησης του Χριστού που περπατάει και υποφέρει ανάμεσά μας είναι ένα συχνό θέμα στα έργα του.
Ο αγώνας για την ελευθερία είναι και αγώνας συμφιλίωσης και αδελφοσύνης. Αλλά είναι εφικτός; Πολλές μελέτες προσπαθούν να δουν γιατί τελικά ο Γιάνναρος δεν μπόρεσε να κερδίσει – είναι φανερό ότι η θυσία του δεν μπορεί να τον μετατρέψει σε σύμβολο.
Στοιχεία που, ενώ εκ πρώτης δεν δείχνουν σημαντικά, έχουν αξία ιδίως ως ευκαιρίες για μάθημα:
Ο παπα-Γιάνναρος αγαπούσε τις πεταλούδες και, όταν κάποια στιγμή τον ρώτησαν «γιατί;», αυτός συλλογίστηκε και είπε: «Γιατί ήταν σκουλίκι, μπήκε μέσα στο χώμα, ήρθε η άνοιξη και το σκουλίκι βγήκε πεταλούδα. Ποια άνοιξη; Η Δευτέρα παρουσία». Εδώ ο Καζαντζάκης ξαναβάζει τη φύση ως ισχυρό παράγοντα αλλαγής.
Ο Καζαντζάκης στεναχωριέται βαθιά για αυτή τη σύγκρουση και φτάνει στο σημείο να αναφέρει: «ότι πνεύμα είχαν οι γενιές ετούτες, το ξόδεψαν δημιουργώντας ένα μεγάλο πολιτισμό, ιδέες, ζωγραφιές, μουσική, επιστήμη, πράξη, τώρα ξεθύμαναν, έφτασε η στερνή μορφή του χρέους τους, ν’ αφανιστούν». Η σκέψη του για τα πολιτιστικά προϊόντα ως ανοδική τάση των πολιτισμών έχει μεγάλο ενδιαφέρον.Στρατιώτες του ΔΣΕ.
Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *