Αχμέτ Αλτάν, ένα σύμβολο ελευθερίας

Γράφει ο μεταφραστής Μιχάλης Μακρόπουλος
Το βιβλίο Δεν θα δω τον κόσμο ξανά, που μόλις κυκλοφόρησε, είναι τα κείμενα που έστειλε μέσ’ από τη φυλακή ο διάσημος Τούρκος συγγραφέας Αχμέτ Αλτάν στη φίλη του (και μεταφράστρια των κειμένων στ’ αγγλικά) Γιασεμίν Κονγκάρ. Ωστόσο, το βιβλίο του Αλτάν δεν είναι απλώς η μαρτυρία ενός φυλακισμένου σ’ ένα απολυταρχικό καθεστώς – που κι από μόνο του θα ήταν ήδη αρκετό.

Γιατί η αγάπη για το λόγο φτιάχνει για τον συγγραφέα, στο κελί του, ένα παράθυρο που δεν ανοίγει απλώς στο προαύλιο της φυλακής, αλλά στον κόσμο. Και οι πληκτικές μονότονες ώρες, με την αγάπη του Αλτάν για τη λογοτεχνία και τους ανθρώπους, μεταμορφώνονται σε μια μαγική αχρονία φαντασίας και στοχασμού.

Χάρη στην καθαρότητα της σκέψης του και στην απλότητα, την ποίηση και το βάθος του λόγου του, μεταφέρει με υπόκωφη συγκίνηση στον αναγνώστη, ολοζώντανο, κάθε μικρότερο ή μεγαλύτερο περιστατικό. Όπως τη μικρή αλλά καθοριστική πράξη ηρωισμού, όταν αρνείται μες στο περιπολικό το τσιγάρο που του προσφέρει ένας αστυνομικός, χαμογελώντας και λέγοντας: «Καπνίζω μόνο όταν είμαι νευρικός». Ή όπως όταν βρίσκει ξανά τον εαυτό του χάρη στην καλοσύνη ενός γιατρού, που τον αφήνει να κοιταχτεί σ’ έναν καθρέφτη ύστερα από μέρες ολόκληρες που έχει να δει την όψη του.

Τούρκος δημοσιογράφος Αχμέτ Αλτάν
Ο Τούρκος δημοσιογράφος και συγγραφέας Αχμέτ Αλτάν έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη από το καθεστώς Ερντογάν.

Επειδή ο Αλτάν είναι λογοτέχνης, μαθημένος δηλαδή να μιλά για τους ανθρώπους και να αφηγείται ιστορίες, μεταφέρει με ζωντάνια την ιστορία του συγκρατούμενού του δασκάλου, που μια χιονισμένη νύχτα βρέθηκε μόνος σ’ ένα απόμερο χωριό, χτύπησε μια πόρτα, κι έμεινε εκεί για πολλά χρόνια, μαθαίνοντας γράμματα στα παιδιά και ζώντας σαν ασκητής – ή, πάλι, την τραγική ιστορία του κρατούμενου που τον επισκέπτεται στη φυλακή η εικοσάχρονη κόρη του, ώσπου μια μέρα μαθαίνει πως τη συνέλαβαν κι αυτήν.

Κι όταν κλείνουν τον Αλτάν σ’ ένα δωμάτιο μόνο του, γράφει:
«Σιωπή. Μια βαθιά, σκοτεινή σιωπή. Δεν υπήρχε ούτε ήχος ούτε κίνηση. Η ζωή είχε σταματήσει ξάφνου. Δεν σάλευε. Ήταν παγωμένη κι άψυχη. Η ζωή ήταν νεκρή. Είχε πεθάνει ξάφνου. Εγώ ήμουν ζωντανός, όμως η ζωή ήταν νεκρή.
»Παλιά πίστευα ότι θα πέθαινα και η ζωή θα συνεχιζόταν, όμως η ζωή είχε πεθάνει κι εγώ είχα μείνει πίσω.
»Έπρεπε να φυσήξω λίγο αέρα μέσα σε τούτη τη νεκρή ζωή. Σαν τον Θεό που φύσηξε πνοή ζωής στη σκόνη για να δημιουργήσει την ανθρωπότητα, έπρεπε κι εγώ να δημιουργήσω ζωή με την ανάσα μου.
»Τι πνοή ήταν αυτή, που θα έδινε ζωή στη ζωή; Πώς θα το κατάφερνα; Υπήρχε μονάχα ένας τρόπος για να κάνω αυτό το θαύμα. Να φανταστώ.
»Σαν τον Θεό που κοιτώντας ένα σωρό από πηλό φαντάστηκε την πολυπλοκότητα που αποκαλούμε ανθρωπότητα, κι εγώ θα κοιτούσα τούτη τη νεκρή ζωή, που τόσο πολύ θύμιζε σωρό από πηλό, και θα φανταζόμουν μιαν άλλη ζωή.
»Θα φυσούσα την πνοή μου».

Στην αρχή δεν το καταφέρνει και βρίσκεται εξόριστος από το χρόνο της ανθρωπότητας, σ’ ένα παγωμένο τρομερό κενό, μα έπειτα βρίσκει έναν τρόπο να επιστρέψει, και η φαντασία του, που για λίγες ημέρες έχει νεκρώσει, ζωντανεύει ξανά.

χειρόγραφο αχμέτ αλτάν
Χειρόγραφο του Αχμέτ Αλτάν μέσα από τη φυλακή.

Κάθε μέρα στη φυλακή είναι ένας αγώνας, όμως οι νίκες είναι τελικά πιο πολλές από τις ήττες. Η νίκη, όταν ύστερα από μήνες που έχει να πιάσει στα χέρια του βιβλίο, του δίνουν επιτέλους ένα, τους Κοζάκους του Τολστόι, και προτού καν το ανοίξει, από την απέραντη χαρά του, «το πίεζα στο στέρνο μου», γράφει, «και βημάτιζα πέρα δώθε στο προαύλιο νιώθοντας τις ιδέες να ορμούν στο μυαλό μου και να συγκρούονται μεταξύ τους» – σε τούτο το κείμενο, από τα πιο όμορφα στο βιβλίο, όπου ο Αλτάν μιλάει για τη λογοτεχνία του 19ου αι. και του 20ου, φτάνοντας σοφά να πει ότι «ένας μυθιστοριογράφος δεν βοηθιέται μονάχα από τη διαίσθησή του αλλά επίσης από κάποιο βαθμό άγνοιας, όταν δίνει βάθος στο μυθιστόρημά του».

Απέναντι στα χειροπιαστά όπλα των δεσμοφυλάκων του, το όπλο του Αλτάν είναι η φαντασία του που γεννά απέραντους κόσμους μέσα στον μικρό κόσμο του κελιού, έτσι γράφει: «Μπορείτε να με φυλακίσετε αλλά δεν μπορείτε να με κρατήσετε εδώ. Επειδή, όπως όλοι οι συγγραφείς, έχω μαγικές δυνάμεις. Μπορώ εύκολα να περνώ μέσ’ από τοίχους».

Το Δεν θα τον κόσμο ξανά είναι τελικά ένας επινίκιος ύμνος στη ζωή.

(Η αρχική φωτογραφία του άρθρου δείχνει πανηγυρισμούς στην Τουρκία κατά την πρώτη επέτειο του αποτυχημένου πραξικοπήματος ενάντια στον Ερντογάν.)

Ανακαλύψτε το «Δεν θα δω τον κόσμο ξανά», που εν μέσω της παγκόσμιας ανόδου του απολυταρχισμού, προσφέρει καίριας σημασίας γνώση για το τι εστί πολιτική λογοκρισία.

αχμέτ αλτάν βιογραφία

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *