5 λεπτά μάθημα φιλοσοφίας – Τι είναι ο Φιλελευθερισμός;

Ο φιλελευθερισμός, τόσο στην κλασική όσο και στη σύγχρονη μορφή του, εστιάζει κυρίως σε μία και μοναδική, αν και πολύπλοκη, ιδέα: τη σπουδαιότητα του ατόμου ως φορέα ορθολογικής δράσης, και την υπεράσπιση της ελευθερίας του ενάντια στην κατάχρηση εξουσίας. Όμως, στην πορεία της επιδίωξης αυτού του σκοπού, οι φιλελεύθεροι έκαναν μια δραματική στροφή 180 μοιρών στην επιλογή των μέσων που χρησιμοποιούν.

Αρχικά, οι αμφιβολίες του φιλελευθερισμού για την ικανότητα του κράτους να χρησιμοποιεί τις εξουσίες του υπεύθυνα οδήγησαν σε μια έκκληση να περιοριστεί σημαντικό το εύρος της κυβέρνησης, ιδιαίτερα στον τομέα του εμπορίου. Αργότερα, όταν έγινε φανερό ότι η αδέσμευτη οικονομική δραστηριότητα παράγει ανισότητες στην κατανομή πλούτου, εξίσου απειλητικές για τις πολιτικές ελευθερίες, οι φιλελεύθεροι έγιναν πιο παρεμβατικοί, θέλοντας να διευρύνουν τις αρμοδιότητες του κράτους και να χαλιναγωγήσουν την εξουσία του για να διορθώσουν αυτές τις ανισότητες. Οι συντηρητικοί υιοθέτησαν τα μέσα (αλλά όχι τον σκοπό) που προηγουμένως υποστήριζαν οι κλασικοί φιλελεύθεροι, συμπεριλαμβανομένου του ελεύθερου εμπορίου και της ελάχιστης κρατικής παρέμβασης.

Μια ιδιοσυγκρασιακή διάκριση
Ένα βασικό διακριτικό χαρακτηριστικό ανάμεσα στον συντηρητισμό και τον φιλελευθερισμό, σύμφωνα τουλάχιστον με τους Βικτωριανούς σχολιαστές, ήταν η διαφορετική εικόνα τους για την ανθρώπινη φύση. Ο συντηρητικός θεωρεί ότι οι άνθρωποι είναι κατά βάση αδύναμοι και εγωιστές, και ο σκοπός της ζωής είναι να διατηρείται η κοινωνική τάξη και η σταθερότητα. Ο φιλελεύθερος θεωρεί ότι οι άνθρωποι είναι κατά βάση καλοί και ορθολογικοί, και ο σκοπός της ζωής είναι να αυξήσει την ανθρώπινη ευτυχία. Η ουσιαστικά αισιόδοξη αντίληψη της ανθρώπινης φύσης από τον φιλελευθερισμό σήμαινε ότι οι υπέρμαχοί του ήταν συνήθως κοινωνικά προοδευτικοί και υποστήριζαν με ενθουσιασμό τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και βελτιώσεις.

Η διαφορά αποτυπώθηκε με αξιοσημείωτο τρόπο από τον μεγαλύτερο φιλελεύθερο Βρετανό πρωθυπουργό της βικτωριανής εποχής, τον Γουίλιαμ Γκλάντστοουν: «Ο φιλελευθερισμός είναι εμπιστοσύνη στους ανθρώπους συνδυασμένη με σύνεση. Ο συντηρητισμός είναι έλλειψη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους συνδυασμένη με φόβο».

Κλασικός φιλελευθερισμός
Η εμφάνιση του πολιτικού δόγματος του φιλελευθερισμού θεωρείται γενικά μία αντίδραση στη φρίκη των θρησκευτικών συγκρούσεων που κορυφώθηκαν με τον Τριακονταετή Πόλεμο στην Ευρώπη το πρώτο μισό του 17ου αιώνα. Σοκαρισμένοι από την τεράστια κοινωνική αναταραχή και τον ανθρώπινο πόνο που προκάλεσαν δεκαετίες θρησκευτικών και δυναστικών πολέμων, οι Άγγλοι φιλόσοφοι Τόμας Χομπς και Τζον Λοκ άρχισαν να εξετάζουν τη βάση και τη δικαιολόγηση της διακυβέρνησης. Συμφώνησαν και οι δύο ότι η εξουσία του ηγεμόνα δικαιολογείται μόνο με τη συγκατάθεση των υπηκόων του, εκπεφρασμένη από ένα νοητό κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσά τους, και ότι η ελευθερία των πολιτών δεν πρέπει να περιορίζεται χωρίς σημαντικό λόγο και χωρίς συναίνεση.

Οι Δύο πραγματείες για τη διακυβέρνηση του Λοκ εκδόθηκαν το 1690, μόλις δύο χρόνια αφότου η Ένδοξη Επανάσταση καθιέρωσε μία συνταγματικά περιορισμένη μοναρχία στην Αγγλία. Το κείμενο αυτό παρείχε μεγάλο μέρος της θεωρητικής έμπνευσης για τα πελώρια γεγονότα που μεταμόρφωσαν τον επόμενο αιώνα: την Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση. Μέσα στο ιστορικό χωνευτήρι τους, σφυρηλατήθηκε όπως ποτέ πριν μία αίσθηση της σημασίας της ανθρώπινης ατομικότητας. Μετά από αιώνες υποτέλειας σε βασιλείς, άρχοντες και ιερείς, το άτομο απελευθερώθηκε από τα δεσμά των αρχαίων εθίμων και της εξουσίας.

Η προσπάθεια περιορισμού του ρόλου του κράτους, και η πίστη στην ορθολογική συμπεριφορά του ατόμου, συνδυάστηκαν για να παραγάγουν ένα από τα πιο διακριτικά χαρακτηριστικά του κλασικού φιλελευθερισμού: τη σύνδεσή του με τον καπιταλισμό και το ελεύθερο εμπόριο. Το σκεπτικό αυτής της σύνδεσης αναπτύχθηκε κυρίως από τον Σκωτσέζο οικονομολόγο Άνταμ Σμιθ στο έργο του Ο πλούτος των εθνών (1776). Ο Σμιθ ήταν ενάντιος στις κυβερνητικές παρεμβάσεις, υποστηρίζοντας ότι οι πράξεις ενός ατόμου που ενεργεί μέσα σε μία ελεύθερη αγορά επιδιώκοντας ορθολογικά το συμφέρον του αναπόφευκτα θα ήταν προς το κοινό καλό, αφού το ίδιο το γεγονός ότι εξυπηρετούσε το συμφέρον του σε μία ανταλλακτική οικονομία σήμαινε ότι εξυπηρετούσε επίσης τα συμφέροντα άλλων. Ο Σμιθ υποστήριξε ότι ένα σύστημα στο οποίο αγοραστές και πωλητές ενεργούν ελεύθερα και ανταγωνιστικά αυτορυθμίζεται και, επομένως, έχει τη μεγαλύτερη δυνατή αποδοτικότητα και την καλύτερη δυνατή μορφή για να παράγει πλούτο για όλους.

Ο κλασικός φιλελευθερισμός έφτασε στην κορύφωσή του τον 19ο αιώνα, όταν οι μεγάλοι ωφελιμιστές φιλόσοφοι Τζέρεμι Μπένθαμ και Τζον Στιούαρτ Μιλ εφάρμοσαν στο πολιτικό πεδίο όσα είχαν μάθει από την οικονομία της ελεύθερης αγοράς του Σμιθ, και ιδιαίτερα τον ρόλο της ελεύθερης επιλογής και του «πεφωτισμένου προσωπικού συμφέροντος», αναπτύσσοντας ένα πολύπλοκο σύστημα ατομικών δικαιωμάτων που ακόμη αποτελεί τον πυρήνα της σύγχρονης φιλελεύθερης σκέψης. Μέχρι το τέλος του αιώνα, ο φιλελευθερισμός είχε μεταμορφώσει το πολιτικό κλίμα της Ευρώπης, όπου επικρατούσαν πλέον σε μεγάλο βαθμό οι περιορισμένες και συνταγματικές κυβερνήσεις, ενώ ο εκβιομηχανισμός και το ελεύθερο εμπόριο παρήγαν τεράστιο πλούτο.

50Νεοφιλελευθερισμός
Ο ίδιος ο Άνταμ Σμιθ είχε προβλέψει ότι η αχαλίνωτη επιχειρηματική πρωτοβουλία μπορούσε να οδηγήσει σε υπερβολές, ενώ ο Μιλ είχε υποστηρίξει ότι οι οικονομικές ανισότητες που παράγονται από τη λειτουργία του καπιταλισμού θα απαιτούσαν κάποια μορφή μετριασμού. Μία συνήθης κριτική των φιλελεύθερων ήταν πάντα ότι η προσήλωσή τους στον περιορισμό της δημόσιας εξουσίας τούς έκανε να μην αντιλαμβάνονται τις επιδράσεις της ιδιωτικής εξουσίας. Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, ήταν σαφές ότι οι απλοί άνθρωποι καταδυναστεύονταν από βιομηχάνους και κεφαλαιούχους που είχαν τεράστια οικονομική και πολιτική δύναμη. Έτσι, εμφανίστηκε μία γενιά «νέων» (ή «κοινωνικών») φιλελεύθερων που εναντιώθηκαν στη νέα τυραννία της αντιδραστικής πλουτοκρατίας. Αυτοί ήταν διατεθειμένοι να επεκτείνουν τη δύναμη της κυβέρνησης για να διορθώσουν τις οικονομικές ανισότητες, ρυθμίζοντας τη βιομηχανία και εισάγοντας οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις.

Από τα πιο αξιοσημείωτα επιτεύγματα της νέας φιλελεύθερης σκέψης ήταν οι εκτεταμένες πρωτοβουλίες κοινωνικής ασφάλειας και πρόνοιας που εισήγαγε ο Ρούζβελτ με τη «Νέα Συμφωνία» (New Deal) στη δεκαετία του 1930. Η νέα φιλελεύθερη προσέγγιση άνθησε στις δεκαετίες της πρωτοφανούς ανάπτυξης και ευημερίας που ακολούθησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, από τη δεκαετία του 1970, η εμπιστοσύνη στην συνέχιση της προόδου κλονίστηκε και στη συνέχεια κατέρρευσε, καθώς άρχισαν εμφανίζονται οικονομική στασιμότητα, υψηλός πληθωρισμός και αύξηση του δημόσιου χρέους.

Μέσα σε αυτά τα οικονομικά προβλήματα, ανέβηκε στην εξουσία η «Νέα Δεξιά» τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη Βρετανία, όπου ο Ρόναλντ Ρίγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ (που μερικές φορές χαρακτηρίζονται «νεοφιλελεύθεροι») ασπάστηκαν ένθερμα —στη θεωρία, αν όχι πάντα στην πράξη— τις κεντρικές αρχές του κλασικού φιλελευθερισμού: περιορισμός του κράτους και ελεύθερο εμπόριο. Ο πόλεμος δηλώσεων που εξαπέλυσε η Νέα Δεξιά διακωμωδούσε ανελέητα τον φιλελευθερισμό, ταυτίζοντάς τον με το ανεξέλεγκτο διογκωμένο κράτος, τη φορολόγηση σε συνδυασμό με δημόσιες δαπάνες, τις «πολιτικά ορθές ανοησίες». Έτσι, η λέξη «φιλελεύθερος» έγινε ουσιαστικά μία βρισιά στην αμερικανική πολιτική.

Μία τέτοια κατάσταση ήταν πολύ παράξενη σε μία χώρα που, συνταγματικά και ιστορικά, είναι η πιο φιλελεύθερη (με όλες τις έννοιες του όρου) που έχει υπάρξει ποτέ. Όμως η φλόγα του φωτισμένου και προοδευτικού φιλελευθερισμού εξακολουθεί να καίει, όπως δήλωσε πριν μισό αιώνα ο Τζον Φ. Κένεντι ως Δημοκρατικός υποψήφιος για την προεδρία: «Τι εννοούν οι αντίπαλοί μας όταν μας αποδίδουν τον χαρακτηρισμό Φιλελεύθεροι; Αν εννοούν κάποιον που έχει υποχωρητική εξωτερική πολιτική, που είναι ενάντια στην τοπική αυτοδιοίκηση, που σπαταλά τα χρήματα των φορολογουμένων, τότε το ιστορικό αυτού του κόμματος και των μελών του δείχνουν ότι δεν είμαστε τέτοιοι Φιλελεύθεροι. Όμως, αν εννοούν κάποιον που κοιτάζει μπροστά και όχι πίσω, κάποιον που καλωσορίζει τις νέες ιδέες χωρίς άκαμπτες αντιδράσεις, κάποιον που νοιάζεται για τον λαό […] τότε δηλώνω με περηφάνια ότι είμαι Φιλελεύθερος».

*το απόσπασμα είναι από το βιβλίο του Ben Dupre 50 Μεγάλες Ιδέες που άλλαξαν τον κόσμο, το οποίο μέσα σε λίγα λεπτά αναλύει με εύληπτο τρόπο τις κυριότερες φιλοσοφικές θεωρίες

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *