Ατίμωση: Η βία, ο μισογυνισμός και οι διακρίσεις σε ένα σπουδαίο μυθιστόρημα

Γράφει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Διονύσης Μαρίνος στο bookpress.gr.

Στις 30 Ιουνίου 1991, έπειτα από 43 χρόνια σκληρού ρατσισμού που είχε επιβάλλει το Εθνικό Κόμμα, η Νότια Αφρική αποτίναξε από πάνω της το επονείδιστο Απαρτχάιντ. Μόνο που πρέπει να καταλάβουμε πως η πραγματική Ιστορία, αυτή που περνάει σαν σβάρνα πάνω από τους ανθρώπους, δεν καθορίζεται από επετείους.

Οι τέσσερις δεκαετίες απάνθρωπης εκμετάλλευσης των μαύρων από τους λευκούς δεν θα μπορούσαν να σβηστούν σαν σημάδια στον μαυροπίνακα που τα σαρώνει το σφουγγάρι. Η καταπίεση γεννάει βία και η αλλαγή σε ένα δημοκρατικό κράτος που θα εγγυάται την ισότητα δεν μπορεί να οικοδομηθεί από τη μια στιγμή στην άλλη.

Αυτό το γκρίζο μεσοδιάστημα, όπου όλα μπορούν να συμβούν και όπου οι αντίρροπες δυνάμεις προσπαθούν να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους ή να τα διαρρήξουν ολότελα, περιγράφεται με ενάργεια και περισσή καθαρότητα από τον Τζον Κουτσί στο μυθιστόρημά του Ατίμωση (μτφρ. Χριστίνα Σωτηροπούλου, εκδ. Διόπτρα).

To δεύτερο Booker

Είναι το μυθιστόρημα που του χάρισε για δεύτερη φορά το σεπτό Βραβείο Booker (έγινε ο πρώτος συγγραφέας που το κέρδισε δύο φορές), έστω και αν δεν παρέστη ούτε εκείνη τη φορά στην τελετή βράβευσης.

Η Ατίμωση δεν είναι μόνο η ιστορία του καθηγητή Ντέιβιντ Λούρι κι ας είναι αυτός ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, κι ας είναι η ζωή του μια σειρά από δραματικές πτώσεις που από μόνες τους θα έφταναν για να κάνουν το μυθιστόρημα άκρως ενδιαφέρον κι αυτόν έναν ήρωα εξόχως συγκρουσιακό.

Κι όμως, μέσα από το προσωπικό φίλτρο του πρωταγωνιστή του, ο Κουτσί κοιτάζει την μετεξέλιξη της χώρας του (από το Απαρτχάιντ και εντεύθεν) που μοιάζει με δύσκολη γέννα με αμφίβολη την κατάληξη. Το νέο έρχεται, εφορμά θα έλεγε κανείς, ωστόσο ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος αν θα σκορπίσει αισιοδοξία ή θα ξύσει παλιές (χαίνουσες, προφανώς) πληγές δίχως διάθεση επούλωσης.

Ταμπέλα σε παραλία του Ντέρμπαν που επέτρεπε την είσοδο μόνο σε Λευκούς, γραμμένη σε αγγλικά, αφρικάανς και ζουλού

H κατάρρευση του Λούρι

Στο πρώτο μέρος γνωρίζουμε τον καθηγητή Ντέιβιντ Λούρι. Είναι μεσήλικας, χωρισμένος δύο φορές, επίκουρος καθηγητής Επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν και πάνω από όλα ένας ηδονιστής που ωρέγεται διαρκώς νεαρές δεσποσύνες που συνήθως τις πληρώνει για να του προσφέρουν αυτό που ονομάζει luxe et voluple (σ.σ.: πολυτέλεια και ηδονή).

Αυτός ο «προφυλαγμένος» και απόλυτα ρυθμισμένος ερωτικός του βίος, είναι μια ζώνη ασφάλειας για τον Λούρι έως τη στιγμή που ως άλλος κυνηγός θα βρει στο δρόμο του ένα νέο «θήραμα». Μόνο που αυτή τη φορά διακινδυνεύει πολλά, καθώς πρόκειται για τη φοιτήτριά του, τη Μέλανι.

Ασυγκράτητος όπως είναι και δίχως να το πολυσκεφτεί περικυκλώνει την Μελάνι και τη ρίχνει στο κρεβάτι του. Εκ πρώτης όψεως, και ίσως με μια απλοϊκή ματιά, έχουμε να κάνουμε με ένα κλασικό A-male που διά της ισχύος του καταφέρνει να επιβληθεί σε ένα άβγαλτο κορίτσι που δεν έχει το σθένος να του αντισταθεί.

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως ο Λούρι έχει βγει απίο την ίδια μήτρα που βγήκε και ο αντίστοιχος καθηγητής Ντέιβιντ Κέπες, του μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ Ο καθηγητής του πόθου (μτφρ. Νίκος Παναγιωτόπουλος, εκδ. Πόλις).

Κι όμως, η πρόθεση του Κουτσί δεν είναι να περιχαρακώσει τον ήρωά του σε ένα πορνικό «χαράκωμα» και να σημαίνει μονοσήμαντα γι’ αυτόν η ατίμωση, όταν η Μέλανι (μάλλον υποκινούμενη από τον πατέρα της ή τον ζηλότυπο φίλο της) θα κάνει επίσημη καταγγελία στις πανεπιστημιακές Αρχές κατά του Λούρι.

Η πρώτη σύγκρουση

Ό,τι θα ακολουθήσει θα είναι η αρχή της πτώσης του Λούρι. Λες και ακολουθεί τη μοίρα του αγαπημένου του Μπάυρον, για τον οποίο επιθυμεί να γράψει ένα υβριδικό βιβλίο για τις ιταλικές περιπέτειές του, το οποίο θα έχει τη μορφή όπερας δωματίου.

Κάποιοι στο συμβούλιο των καθηγητών θέλουν να τον σώσουν, αλλά οι περισσότεροι δεν ζητούν απλώς μια συγγνώμη, αλλά μια πλήρη παραδοχή των πράξεών του. Κάτι που ο ίδιος αρνείται πεισματικά να το κάνει.

Να η πρώτη σύγκρουση του παλιού κόσμου με τον νέο που μας εισάγει ο Κουτσί στο μυθιστόρημα, αλλά θα υπάρξουν κι άλλες πιο έντονες στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος.

Αυτό ξεκινάει με την αναγκαστική φυγή του Λούρι από το Κέιπ Τάουν (είναι εξοβελιστέος από το πανεπιστήμιο, έτσι κι αλλιώς) και την απόφασή του να βρει καταφύγιο στο απομονωμένο αγρόκτημα της κόρης του.

Αυτή η μετατόπιση είναι στην ουσία μια καθοριστική αλλαγή στο τέμπο του μυθιστορήματος όπου η εστίαση πλέον περνάει από τον Λούρι που καλύπτει «μονοφωνικά» το πρώτο μέρος, σε μια σειρά ατόμων και δράσεων που σηματοδοτούν και την ουσιαστική έγνοια του συγγραφέα.

J.M. Coetzee – Credit MALBA Buenos Aires-20230921-103859

Οι νέες συνθήκες

Η περιβόητη αναδιανομή των κτημάτων βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι πάλαι ποτέ δούλοι των λευκών, οι μαύροι, διεκδικούν το δικό τους μερίδιο στη γη. Ο Πέτρους, ένας μαύρος που ζει στο αγρόκτημα της Λούσι (της κόρης του Λούρι) δεν προσφέρει μόνο την εργασία του έναντι αμοιβής, αλλά κατέχει και ένα μέρος της γης της, με πρόθεση να την πάρει ολόκληρη.

Είναι ο μόνος που διεκδικεί κάτι που του είχαν στερήσει για χρόνια; Θα συμβεί ένα δραματικό γεγονός που θα δείξει ότι η βία σοβεί στη χώρα κι ας τέλειωσε ο καιρός του διαχωρισμού. Τρεις άντρες εισβάλλουν στο σπίτι της Λούσι. Την βιάζουν, λεληλατούν το σπίτι, βασανίζουν τον ανήμπορο Λούρι και σκοτώνουν τα σκυλιά της.

Είναι μαύροι, ζητούν εκδίκηση, το έχουν ξανακάνει, θεωρούν πως έτσι αποκαθιστούν μια αδικία ετών. Ο Λούρι αντιδρά μη αποδεχόμενος αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων, ενώ η Λούσι δέχεται ταπεινωμένη την καινούργια συνθήκη.

Μάλιστα, η Λούσι θα κάνει ακόμη μεγαλύτερη υποχώρηση. Αυτή, μια λεσβία, θα μείνει έγκυος, θα δεχθεί να κρατήσει το παιδί που κυοφορεί κι ας είναι αποτέλεσμα βίαιης πράξης, δεν θα θελήσει να συνεχιστεί η δίωξη των δραστών και δεν σκοπεύει να αφήσει το χωράφι της ακόμη κι αν ξέρει πως κινδυνεύει.

Ο Λούρι αν και προσπαθεί να εξελιχθεί σε κάτι άλλο από αυτό που ήταν (προσφέρει εθελοντική εργαασία σε ένα χώρο όπου θανατώνονται παρατημένα σκυλιά) και αρχίζει να δουλεύει στο μυαλό του το βιβλίο για τον Μπάυρον, δεν μπορεί να δεχθεί τις αποφάσεις της κόρης του. Αντιδράει όπως θα έκανε ένας εκπρόσωπος του παλαιού κόσμου που ενώ είναι πολλάκις ταπεινωμένος και ατιμασμένος δεν γίνεται να δεχθεί αυτές τις σφοδρές αλλαγές που συμβαίνουν μέσα του και τριγύρω του.

Μια μεταφορά

Αυτή η είναι η σπουδαιότητα του Κουτσί: από το μεμονωμένο φτιάχνει μια μεταφορά για το γενικό. Χρειάζεται μια ειλικρινής συγγνώμη, αλλά και ένα βαθύ αίσθημα συντριβής για να προχωρήσει η χώρα του έπειτα από όσα συνέβησαν τα προηγούμενα χρόνια.

Ως γνωστόν, η βία είναι η μαμή της ιστορίας κι εδώ η βία δεν είναι άλογη, αλλά αιτιολογημένη, έστω κι αν το άλλοθί της επιτείνει το σχίσμα μεταξύ λευκών και μαύρων (αλλά, πλέον, με διαφορετικούς όρους).

Υπάρχει ευθύτητα και οριστικότητα στη γραφή του Κουτσί. Υπάρχει συγκίνηση, αλλά και οργή. Υπάρχει σύγκρουση, αλλά και μια διαρκής ανατομία της αλήθειας που συγκροτεί το κράτος που κουβαλάει τα παλιά και τα νέα υλικά του. Αυτή την αλήθεια αντικρίζει κατάματα ο Κουτσί γι’ αυτό και τούτο το μυθιστόρημα αποτελεί ένα λογοτεχνικό και ιστορικό ορόσημο για τη Νότια Αφρική.

Τα μετέπειτα χρόνια από τη στιγμή που γράφτηκε (1999) θα αποδείξουν πως η μετάβαση από το Απαρτχάιντ ήταν, όντως, δύσκολη. Ακόμη και στις μέρες μας η διαίρεση και η κοινωνική ανισορροπία δεν έχουν αποκατασταθεί. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ομνύουν στον Μαντέλα, αλλά παραδέχονται ότι ο ίδιος και το κόμμα του δεν προχώρησαν σε ριζικές αλλαγές φοβούμενοι έναν εμφύλιο πόλεμο. Τίποτα δεν είναι εύκολο όταν μιλάμε για καμμένη γη που προσδοκά να καρπίσει ξανά.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο bookpress.gr.

Η Ατίμωση

Ο Πολωνός

Διαβάστε επίσης:

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *