1) Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας;
Η μυστηριακή ατμόσφαιρα της περιοχής του Λάδωνα, όπου βρέθηκα σαν επισκέπτης πριν κάμποσο καιρό.
2) Τρεις λέξεις που σας χαρακτηρίζουν ως συγγραφέα;
Ρεαλισμός, όνειρο, φαντασία.
3) Ποια είναι η εναρκτήρια πρόταση του βιβλίου;
“Πρώτη φορά πιάνω να γράψω τα μυστικά που μου εμπιστεύτηκαν οι συνάνθρωποί μου στο μυστήριο της θείας εξομολόγησης.”
4) Θα μας δώσετε μια σύντομη περιγραφή της υπόθεσης;
Ένας γέροντας ιερέας, κάπου στα μέρη του Λάδωνα, αφηγείται τα δραματικά γεγονότα που προκάλεσε ο ερχομός της δεκαεφτάχρονης Μαρίας-Λουΐζας και της οικογένειάς της στα μέρη τους, το καλοκαίρι του ‘10. Η νεαρή κοπέλα γνωρίζει την άνευ όρων αγάπη στο πρόσωπο του εικοσιτριάχρονου Αργύρη, εγγονού των Λιακάσηδων, μιας παραδοσιακής οικογένειας της περιοχής, αλλά η τραγωδία καραδοκεί όταν η Μαρία-Λουΐζα μπλέκει σ’ ένα ανίερο ερωτικό τρίγωνο. Οι οικογένειες εκατέρωθεν ζουν καταστάσεις εκτός ελέγχου, με απρόβλεπτες συνέπειες, πόνο, απώλειες, συμφορές. Ωστόσο, η αγάπη αντιμάχεται το θάνατο και αγωνίζεται για τη ζωή βήμα-βήμα.
5) Με ποιον μοιραστήκατε για πρώτη φορά το χειρόγραφο; Πώς αντέδρασε;
Το έδωσα σε μια καλή μου φίλη μου κι όταν το τελείωσε μου έστειλε το εξής sms: “Έγινα ρεζίλι στο πλοίο που γυρνούσα από την Κέρκυρα… Στις τελευταίες σελίδες ξέσπασα σε κλάματα!”
6) Αν μπορούσατε να στείλετε στον εαυτό σας μια επιστολή την πρώτη ημέρα που ξεκινήσατε να γράφετε το βιβλίο, τι θα έλεγε;
Πριν γράψεις οτιδήποτε, σκέψου και θυμήσου. Κάπου, κάποτε έζησαν και έδρασαν οι ήρωές σου, η ιστορία τους είναι αληθινή, υπήρξε όπως υπήρξαν κι εκείνοι. Γράψε λοιπόν την ιστορία τους όπως την έζησαν, τόσο απλά.
7) Ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρο για το βιβλίο σας;
Να το αγαπήσουν οι αναγνώστες και να το θυμούνται.
8) Η θέση της λογοτεχνικής κριτικής σήμερα;
Όλοι κρινόμαστε, και οι συγγραφείς και οι κριτικοί…
9) Τρία βιβλία που διαβάσατε τον τελευταίο χρόνο και σας άρεσαν;
Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη -του Χρήστου Αστερίου, Η κότα που ονειρευόταν να πετάξει -της Hwang Sun-mi, Το ξεχασμένο βαλς –της Ανν Ενράιτ.
10) Κρίνετε τα βιβλία από το εξώφυλλό τους; Υπάρχει κάποιο ξεχωριστό εξώφυλλο που είδατε πρόσφατα;
Δεν μου έχει μείνει κάποιο, γενικά δεν θυμάμαι εξώφυλλα, παρόλο που μου αρέσει μια ατμοσφαιρική εικόνα.
11) Διαβάζετε ebooks; Πώς αντιμετωπίζετε τη διαφορετική αυτή μορφή βιβλίων;
Όλη μου τη ζωή, τα βιβλία μου ζέσταιναν με την παρουσία τους το χώρο μου, είναι οι παντοτινοί, πιστοί μου φίλοι και μου αρέσει να τα βλέπω γύρω μου. Με τα ebooks είναι αλλιώς, πιο λειτουργικά αλλά λιγότερο μαγικά. Για την καινούργια γενιά που γαλουχήθηκε με το διαδίκτυο, το ebook τής είναι πιο οικείο και μακάρι να την εξοικειώσει και με το βιβλίο.
12) Έχετε αγαπημένο βιβλιοπωλείο;
Όχι συγκεκριμένα, όταν θέλω να αγοράσω βιβλίο μπαίνω σε όποιο βρεθεί στο δρόμο μου.
13) Πού σας αρέσει να διαβάζετε;
Παντού, στον καναπέ, στο κρεβάτι, στο παγκάκι, αλλά το αγαπημένο μου είναι στην … ξαπλώστρα δίπλα στη θάλασσα.
14) Ποια είναι για εσάς η ιδανική διαδικασία συγγραφής;
Με τρεις έφηβους μέσα στο σπίτι, συνήθισα να γράφω κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Να φανταστείτε, όταν έχει απόλυτη ησυχία γύρω μου δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
15) Ερωτεύεται ο συγγραφέας τους χαρακτήρες του;
Ναι, αναπόφευκτα, αλλά είναι κάπως σαδομαζοχιστική σχέση, τους εξουσιάζει και τον εξουσιάζουν.
16) Πώς μπορεί να βελτιωθεί ένας συγγραφέας;
Διαβάζοντας και γράφοντας συνεχώς.
17) Πιστεύετε ότι ένα βιβλίο πρέπει να έχει happy ending;
Η Δίκη του Κάφκα δεν είχε happy ending αλλά αγαπήθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Από την άλλη, το Όσα παίρνει ο άνεμος τελειώνει με ένα αισιόδοξο μήνυμα που έχει μείνει στην ιστορία. Μάλλον το τέλος πρέπει να είναι συνεπές με την υπόλοιπη αφήγηση για να έχει αξία.
18) Με τι θα ασχοληθείτε στο επόμενο βιβλίο σας;
Δεν το λέω, είναι μυστικό.
19) Μια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουν; (μαζί με την απάντησή της)
– Πώς νιώθετε τώρα που πήρατε το Νόμπελ;
– Υπέροχα!